Βίος Επίκουρου


"Ο σεβασμός (του Επίκουρου) προς τους Θεούς και η φιλία του προς την πατρίδα, δεν είναι δυνατόν να περιγραφούν".

τῆς μὲν γὰρ πρὸς θεοὺς ὁσιότητος καὶ πρὸς πατρίδα φιλίας ἄλεκτος ἡ διάθεσις

(Διογένης Λαέρτιος – Βίοι Φιλοσόφων- Επίκουρος X.10.6)

Ἐπίκουρος Νεοκλέους καὶ Χαιρεστράτης, Ἀθηναῖος, τῶν δήμων Γαργήττιος, γένους τοῦ τῶν Φιλαϊδῶν
(Διογένης Λαέρτιος – Βίοι Φιλοσόφων- Επίκουρος X.1.1)

Ο Επίκουρος γεννήθηκε κατά το τρίτο έτος της εκατοστής ενάτης ολυμπιάδος, στις επτά του μηνός Γαμηλιώνος (341 π.χ.χ.). Ήταν Αθηναίος πολίτης με καταγωγή από τον Δήμο Γαργηττού και ανήκε στο γένος των Φιλαϊδών. Πατέρας του ήταν ο Νεοκλής, μητέρα του η Χαιρεστράτη και είχε τρεις αδερφούς, τον Νεοκλή, τον Χαιρέδημο και τον Αριστόβουλο.

κληρουχησάντων Ἀθηναίων τὴν Σάμον ἐκεῖθι τραφῆναι (Διογένης Λαέρτιος – Βίοι Φιλοσόφων- Επίκουρος X.1.4)

Ανατράφηκε στη Σάμο επειδή η οικογένειά του μετέβηκε στο νησί ως κληρούχος. Ήρθε σε επαφή με τη φιλοσοφία στην ηλικία των δεκατεσσάρων ετών. Σύμφωνα με τις πηγές την εποχή αυτή στράφηκε προς τη φιλοσοφία επειδή οι γραμματοδιδάσκαλοί του δεν μπορούσαν να ερμηνεύσουν τις απόψεις του Ησίοδου περί χάους, δηλαδή να εξηγήσουν τη θέση του Ησίοδου ότι αφού στην αρχή υπήρχε το χάος πως το χάος εγενήθη.

Ἀπολλόδωρος δ' ὁ Ἐπικούρειος ἐν τῷ πρώτῳ περὶ τοῦ Ἐπικούρου βίου φησὶν ἐλθεῖν αὐτὸν ἐπὶ φιλοσοφίαν καταγνόντα τῶν γραμματιστῶν ἐπειδὴ μὴ ἐδυνήθησαν ἑρμηνεῦσαι αὐτῷ τὰ περὶ τοῦ παρ' Ἡσιόδῳ χάους (Διογένης Λαέρτιος – Βίοι Φιλοσόφων- Επίκουρος X.2.6)

Σε ηλικία δεκαοχτώ ετών, το 323 π.χ.χ. εκπλήρωσε τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις στον Αθηναϊκό στρατό.Αργότερα, το 321π.χ.χ., επέστρεψε στην οικογένειά του που είχε μετακομίσει στο Κολοφώνα μετά την εκδίωξη των αθηναίων κληρούχων από τη Σάμο.
Ο Επίκουρος γνώρισε τις διάφορες φιλοσοφικές σχολές της εποχής του. Σύμφωνα με τις ενδείξεις άκουσε τον πλατωνικό φιλόσοφο Πάμφιλο στη Σάμο, τον Ξενοκράτη της Ακαδημίας στην Αθήνα και τον Δημοκρίτειο Ναυσιφάνη στην Τέω, πόλη κοντινή στη Κολοφώνα. Από τους παλαιότερους φιλοσόφους περισσότερο εκτιμούσε τους Αναξαγόρα, Αρχέλαο και Δημόκριτο.
Στην ηλικία των τριάντα ετών μετέβηκε στο Γυμνάσιο της Μυτιλήνης για να διδάξει φιλοσοφία, αλλά σύντομα εγκατέλειψε το νησί για να μετεγκατασταθεί στην Λάμψακο της Ιωνίας. Εκεί δίδαξε για μια πενταετία, δημιουργώντας τον πρώτο επικούρειο φιλοσοφικό του κύκλο.
Σε μια εποχή πολιτικής και κοινωνικής αναστάτωσης (την αυτοκρατορία του Αλέξανδρου διαδέχονταν τα μεγάλα βασίλεια των Αντιγονιδών, Πτολεμαίων και Σελευκιδών) ο Επίκουρος μεταφέρει στην Αθήνα το 306 π.χ. την σχολή του. Ιδρύει τον Κήπο, όπως τον έλεγαν, σε μια ιδιόκτητη έκταση που αγόρασε ως Αθηναίος πολίτης. Στον Κήπο έζησε ανάμεσα σε φίλους και φιλοσόφησε με γυναίκες και άνδρες, εταίρες και δούλους, όλων των ηλικιών. Εκεί συνέγραψε πλήθος βιβλίων και τις περίφημες επιτομές με τις οποίες συνόψισε το φιλοσοφικό του σύστημα.

Ο Διογένης Λαέρτιος στο έργο του, Βίοι Φιλοσόφων, γράφει (σε απόδοση στα σύγχρονα ελληνικά) :
“Υπάρχουν πολλοί μάρτυρες της ανυπέρβλητης καλοσύνης του ανθρώπου αυτού προς όλους. Η δε πατρίδα του, τον τίμησε με χάλκινους ανδριάντες οι δε φίλοι του, είναι τόσοι πολλοί και αν μπορούσαν να μετρηθούν θα γέμιζαν ολόκληρες πόλεις. Και όλοι τους ήταν γνώριμοι με τις σειρήνες των δογμάτων του και δεν εγκατέλειψαν ποτέ την φιλοσοφία του, πλην ενός, πιθανώς επειδή δεν ήταν σε θέση να διαχειριστεί με ψυχραιμία την υπεροχή του Επίκουρου. Επίσης, η διαδοχή της σχολής του, όταν κάθε άλλη σχολή παρήκμασε, συνεχίστηκε χωρίς διακοπή, και παρήγαγε έναν αμέτρητο αριθμό φιλοσόφων, περισσότερων από άλλων γνωρίμων σχολών. Ήταν γνωστή δε η ευγνωμοσύνη του προς τους γονείς του, η καλοσύνη του στους αδελφούς του, η ευγένεια του στους δούλους του όπως ο συμφιλοσοφούντας Μυς και η φιλανθρωπία του προς όλους τους ανθρώπους. Η ευσέβεια του προς τους θεούς, και η αγάπη του για την πατρίδα του ήταν ανείπωτη. Όμως, από περίσσεια σεμνότητα, απέφυγε ν΄ αναμειχθεί με υποθέσεις του κράτους. Την ζωή του τη πέρασε στον Κήπο που τον αγόρασε για ογδόντα μνες. Εκεί όλοι συμβίωναν με τον πιο απλό και λιτό τρόπο, αρκούνταν με ένα ποτήρι οίνο, και νερό. Ο ίδιος ο Επίκουρος στις επιστολές του, λέει ότι είναι ικανοποιημένος με νερό και ψωμί, και προσθέτει: "Στείλε μου λίγο τυρί , έτσι ώστε αν επιθυμώ να ζω πολυτελώς”. Αυτός ήταν ο πραγματικός χαρακτήρας του ανθρώπου που καθόρισε το δόγμα ότι η ηδονή είναι ο σκοπός της ζωής”.

Ο Επίκουρος έζησε μια ευδαιμονική ζωή ανάμεσα σε φίλους στον Κήπο μέχρι το 270.π.χ.χ. όπου και πεθανε. Η φιλοσοφία του, ήδη από την εποχή του, απλώθηκε σ' όλο τον τότε γνωστό κόσμο και άνθισε ανάμεσα σε φίλους κι εχθρούς για πλέον από 600 χρόνια. Μόνον όταν η ανθρωπότητα σύρθηκε στη βαρβαρότητα του Μεσαίωνα η Επικούρεια φιλοσοφία έπαψε να διαδίδεται και τα περισσότερα επικούρεια γραπτά καταστράφηκαν.
Φωτεινά πνεύματα της αναγέννησης επανακάλυψαν από την Επικούρεια φιλοσοφία ό,τι από τύχη είχε διασωθεί και άνοιξαν το δρόμο για το διαφωτισμό της ανθρωπότητας. Οι επιτομικές Επιστολές και οι Κύριες Δόξες του Επίκουρου, η Διαθήκη του, ο Βίος του, το Περί Φύσεως του Λουκρήτιου, οι πάπυροι του Ερκουλάνεουμ, η επιγραφή στα Οινόανδα και τα αποσπάσματα μέσα από έργα τρίτων συγγραφέων, δείχνουν και στη σημερινή εποχή μέσα από σύγχρονες έρευνες και μελέτες το δρόμο προς την ευδαιμονία.

Διαβάστε την βιογραφία του από τον Διογένη Λαέρτιο εδώ

www.epicuros.gr