Κείμενα Επικούρειας Φιλοσοφίας

*Η παρακάτω δημοσίευση, έχει αναρτηθεί με την άδεια του συγγραφέα


Ο Montaigne και η επικούρεια ηδονή

Λεωνίδας Αλεξανδρίδης

Ομιλία στο 8ο Πανελλήνιο Συμπόσιο Επικούρειας Φιλοσοφίας, 2018



Όλοι ή σχεδόν όλοι συμφωνούν ότι ο Montaigne μένει ο φιλόσοφος που το μοναδικό του βιβλίο τα Δοκίμια, διδάσκει με τον καλύτερο τρόπο να ζούμε και προετοιμάζει για το θάνατο όσο το δυνατόν καλύτερα. Θα τον θεωρούσαμε οπαδό του Εράσμου αλλά αυτός ο τελευταίος ήταν ο ίδιος, είναι λίγο γνωστό, ή λίγο αναγνωρίζεται, οπαδός του Επίκουρου. Ο φιλόσοφος αυτός με το διπλό ή τριπλό βάθος, λέει ο Guyau, είναι σκεπτικός από τη μια άποψη, από την άλλη άποψη είναι επικούρειος και καλεί το σκεπτικισμό και τη χριστιανική πίστη για να σκεπάσει και να μεταμφιέσει το λόγο του. Αυτό που συνολικά βγαίνει από το βιβλίο του, αυτό που είναι ακριβώς το «μεδούλι», όπως θα έλεγε ο Rabelais, είναι η επικούρεια φιλοσοφία.

Βιογραφία του Montaigne

Οι σπουδές του Montaigne
Ο Michel Eyquem Montaigne γεννήθηκε σε έναν πύργο στις 28 Φεβρουαρίου 1533 αλλά γρήγορα τον εμπιστεύτηκαν σε αγροτική ανατροφή. Θα αποκτήσει αυστηρότητα, ελάχιστα επιτηδευμένα γούστα για το φαγητό, την λιτότητα, την απλότητα αλλά επίσης και την ηδονή. Ο πατέρας του θα υιοθετήσει το πρότυπο του Έρασμου για την εκπαίδευση του, δηλαδή αυτός που προτιμά ένα κεφάλι καλοφτιαγμένο από ένα κεφάλι πολύ γεμάτο, την επιστροφή στους κλασικούς της αρχαιότητας (έλληνες και ρωμαίους) και κυρίως, κάτι νέο στην εποχή του, πρότυπο που επιμένει σημαντικά στο σεβασμό που οι μεγάλοι πρέπει να έχουν για τα παιδιά. Ο γερμανός διδάσκαλός του δεν του μιλά παρά μόνο λατινικά, όπως και όλος του ο περίγυρος των Eyquem οφείλει να κάνει. Έτσι τα λατινικά γίνονται η μητρική γλώσσα για τον Michel, κάτι που θα του προκαλέσει δυσκολίες όταν θα φοιτήσει, λίγο αργότερα, στο κολλέγιο Guyenne στο Bordeaux όπου μιλούν τη διάλεκτο των γασκώνων. Θα είναι σαν ξένος στον ίδιο τον εαυτό του όσο η αδυναμία να επικοινωνήσει με τους άλλους είναι πραγματική και συχνά βρίσκεται μόνος. Ανάμεσα στα έξη του και τα δεκατρία, κάτω από ένα καθεστώς συγχρόνως αυστηρό και σοβαρό, θα διαβάσει Οβίδιο, Οράτιο, αλλά επίσης και Τερέντιο και Πλαύτο. Αλλά ο La Boétie θα του γνωρίσει τον Πλούταρχο και τον Σενέκα.
Το 1546, στα 13 του, μαθαίνει δίκαιο στην Τουλούζη, στα 21 του, γίνεται σύμβουλος στην Αυλή Aide de Périgueux. Διαδέχεται τον πατέρα του που είχε γίνει κατά καιρούς δήμαρχος του Bordeaux, στο αξίωμα του δικαστή στο Périgueux, κατόπιν στο Κοινοβούλιο του Bordeaux. Το αξίωμα του τον οδηγεί να ασχοληθεί και με τις πολιτικές υποθέσεις. Ο Montaigne συχνάζει στην Αυλή, και είναι πολύ υπερήφανος που γίνεται αυλικός.

Συνάντηση με τον La Boétie
Το 1557, 25 ετών, ο Montaigne κάνει συνάντηση που θα μείνει μια από τις καλύτερες αναμνήσεις της ζωής του, αυτή με τον Etienne de la Boétie, που είναι 28 ετών (και που θα πεθάνει, χωρίς αμφιβολία από πανώλη, στα 32 του). Η φιλία του Montaigne και του la Boétie έγινε θρυλική και παραμένει σύμβολο. Ο Montaigne επηρεάζεται από την ηθική απαίτηση του φίλου του και από τον στωικισμό του, ειδικά από τον θάνατό του. Στην μετά τον θάνατό του έκδοση των Δοκιμίων του (προσωπικό αντίτυπο του 1588) θα πει γιατί τον αγαπούσε: «επειδή ήταν αυτός» και με άλλο μελάνι «επειδή ήταν εγώ».

Κληρονομία του Montaigne
Το 1565 παντρεύεται και το 1568, με τον θάνατο του πατέρα του, κληρονομεί μεγάλη περιουσία, που του δίνει τα μέσα να εγκαταλείψει το αξίωμα του δικαστή. Αποσύρεται στη γη του και αφιερώνεται στη διοίκηση του κτήματος του, στη μελέτη και στην περισυλλογή. Διαρρυθμίζει σε ένα τμήμα του πύργου του την «βιβλιοθήκη» του, μια βιβλιοθήκη που περιέχει όλα του τα βιβλία, μεταξύ αυτών τα έργα του Σενέκα και του Πλούταρχου.

Η Υγεία του Montaigne
Προσβάλλεται από ασθένεια της ουροδόχου κύστεως, τη ψαμμίαση, και περί το 1580, πηγαίνει για θεραπεία σε διάφορες πόλεις με ιαματικά ύδατα στη Γαλλία, την Ελβετία, τη Γερμανία και την Ιταλία, κάτι που του επιτρέπει να απομακρυνθεί από το θλιβερό θέαμα του εμφυλίου πολέμου. Βγάζει από αυτή την εμπειρία ένα Ημερολόγιο ταξιδιού, που αναφέρει τις περιπέτειές του, τις σκέψεις του στα ήθη και τα έθιμα των διαφόρων χωρών, όπως και τα αισθήματα του για τον πόνο και την αρρώστια του. Αυτό το προσωπικό χειρόγραφο δεν θα δημοσιευθεί παρά μόνο μετά την ανακάλυψή του το 1774.

Το τέλος της ζωής του Montaigne
Ο Montaigne περνά τα τελευταία χρόνια της ζωής του μέσα στον πύργο του σχολιάζοντας και εμπλουτίζοντας τα Δοκίμια. Όλο και περισσότερο άρρωστος, δεν αφήνει πλέον τη «βιβλιοθήκη του». Πεθαίνει στον πύργο του στις 13 Σεπτεμβρίου 1592, ανάμεσα σε κοντινούς γείτονες, είναι 59 ετών. Ο φίλος του ο Pierre de Brach θα γράψει: «πέθανε ευτυχισμένος, αφού έζησε ευτυχισμένος».

Το πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον

Δεν μπορούμε να κατανοήσουμε το έργο του Montaigne, τη σκέψη του, χωρίς να λάβουμε υπόψη την εποχή στην οποίαν έγραψε. Η αφύπνιση και η αναγέννηση της φιλοσοφίας, με τον Montaigne, ξαναδίνει ζωή στους έλληνες και ρωμαίους φιλοσόφους που ήσαν κρυμμένοι για δέκα αιώνες, περίοδο που μόνο ο Αριστοτέλης και ο Πλάτων αναφέρονταν και σχολιάζονταν. Τα κείμενα που αφορούν τον Montaigne, τη ζωή του, το έργο του, θα μπορούσαν να γεμίσουν βιβλιοθήκες.
Από την παιδική του ηλικία μέχρις τις τελευταίες του μέρες, θα ζήσει σε έναν χαοτικό κόσμο, ένα κόσμο σε αναβρασμό, έναν κόσμο σύγχυσης, θα πει. Φανταστείτε! Μόλις ανακάλυψαν έναν νέο κόσμο (το 1492), που κατοικείται από «άγριους», με άλλα έθιμα, με άλλες πεποιθήσεις. Υιοθετείται το Γρηγοριανό ημερολόγιο στη Γαλλία την 9 Δεκεμβρίου του 1582. Οι Διαμαρτυρόμενοι εισήγαγαν Μεταρρύθμιση στο καθολικό Δόγμα. Η Εκκλησία ενώ ήταν ο πρώτος κοινωνικός θεσμός πραγματικά αιώνιος, να που αλήθειες της Βίβλου ανατράπηκαν, oι θρησκευτικοί πόλεμοι διαδέχονται ο ένας τον άλλον. Αυτοί οι πόλεμοι θα διαρκέσουν 35 χρόνια, με αυτόν της 24 Αυγούστου 1572 του Αγίου Βαρθολομαίου. Βασανίζουν, σκοτώνουν τους αιρετικούς, καίνε ανθρώπους με εξιλαστήριες λιτανείες… Είναι το ίδιο «εορταστικό πρόγραμμα» με αυτό των προηγούμενων αιώνων.
Είναι η εποχή που η ιατρική προχωρά σε πρώτες εμπειρίες πάνω σε ανθρώπινα σώματα. Θα είναι η μαύρη πανώλη, πανδημία βουβωνικής πανώλης που απλώθηκε σε όλη την Ευρώπη σκοτώνοντας το 30% έως το 50% του πληθυσμού, από τον οποίον 14000 άτομα μόνο στην περιοχή του Bordeaux. «Ποια μοίρα», του γράφει ο φίλος του ο La Boétie, «μας έκανε να γεννηθούμε ακριβώς αυτή την εποχή». Αυτό κάνει ανάγλυφη αυτή την τόσο διάσημη έκφραση του Montaigne: « ο κόσμος είναι σε συνεχή κίνηση1» ( μια από τις ερμηνείες είναι: ένας κόσμος σε συνεχή ανατροπή).
Όπως όλοι αυτοί που θέλουν να διδαχθούν από την εποχή τους, γνώριζε την γενοκτονία που συντελέστηκε από τους Κονκισταντόρες, είχε γνώση για τα εγκλήματα της Ιεράς Εξέτασης. Αποκαλεί τον Ισπανικό ευαγγελισμό «σφαγείο». Παίρνει μέρος στις ανταρσίες ενάντια στο φόρο επί του άλατος το 1548 και στις άγριες καταπιέσεις που ακολούθησαν. Αυτός που μεγάλωσε σχεδόν αποκλειστικά μέσα στη σοφία των αρχαίων, αυτός που έκανε αυτό που θα ονομάσουν «σπουδές του στις αρχαίες γλώσσες και φιλοσοφίες», θα βρεθεί προβεβλημένος σε έναν κόσμο που δεν καταλαβαίνει. Αυτό το χάσμα είναι ολοκληρωτικό: εδώ είναι ίσως ένα από τα σημεία που θα τον οδηγήσει να αναρωτηθεί, να ερωτήσει τον κόσμο, με το έργο του.
Τελικά, αυτή η επιστροφή στον εαυτό του, αυτή η ενδοσκόπηση είναι για να γνωρίσει τον άνθρωπο και να καταλάβει τον κόσμο: «Δεν περιγράφω το είναι», λέει, «περιγράφω την πορεία». Μας περιγράφει την εποχή του. Η ματιά μέσα στον καθρέπτη για την οποίαν θα ασκήσει κριτική, ανάμεσα σε άλλους, ο Pascal, είναι και αυτή μια ματιά αλτρουιστική.
Ενώ όλη ή μέρος από τη μεσαιωνική σκέψη δεν είχε σκοπό παρά να εδραιώσει το καθολικό δόγμα, χρησιμοποιώντας τον Αριστοτέλη και τον Πλάτωνα, σχολιάζοντας αυτούς τους τελευταίους με το πρίσμα μιας εξ αποκαλύψεως αλήθειας, ο Montaigne θα σκίσει το παραπέτασμα, θα απελευθερώσει τη σκέψη στο σημείο που θα τιτλοφορήσει το κεφάλαιο IX του Βιβλίου 2, «Για την ελευθερία της συνείδησης», κάτι που είναι τολμηρό για εκείνη την εποχή. Θα είναι, θα πει ο Stefan Zweig στο έργο του για τον Montaigne, «ένας ελεύθερος στοχαστής».

Τα δοκίμια

Το 1580, ο Montaigne δημοσιεύει μια πρώτη έκδοση των Δοκιμίων, αφού ξεκίνησε τη σύνταξη τους το 1572. Τα Δοκίμια είναι πρώτα απ’ όλα το βιβλίο ενός μεγάλου αναγνώστη και ο καρπός της διανοητικής απόσυρσης του συγγραφέα από το 1570. Εκεί εκφράζει τη προσωπική του σκέψη σύμφωνα με την αρχή «Κάνε την πράξη σου και γνώρισε τον εαυτό σου». Νομίζει ότι κάθε άνθρωπος φέρει μέσα του «ολόκληρη τη μορφή της ανθρώπινης υπόστασης». το έργο του είναι η βάση μιας νέας μορφής σκέψης.
Το 1582, εργάζεται πάνω στην δεύτερη έκδοση των Δοκιμίων (με περισσότερες από 600 προσθήκες γραμμένες από το 1580 μέχρι το 1588) που την δημοσιεύει το 1588.Το 1595, μετά το θάνατο του, δημοσιεύεται η τρίτη έκδοση με κείμενα γραμμένα από το 1588 μέχρι το 1592.
Φαίνεται ιδιαίτερα ενδιαφέρον, σύμφωνα με τον Rafal Krazek, ότι η φιλοσοφία του Κήπου είναι η ίδια η αρχή στην προέλευση της γραφής των Δοκιμίων, στο βαθμό που οι ιδέες του Επίκουρου λειτουργούν ως οθόνη που έκανε δυνατή μια Μεταμόρφωση του σοφού Μontaigne. Πράγματι, πριν από την προσεκτική ανάγνωση της φιλοσοφίας του Κήπου, υπάρχει ένας Μontaigne που αναζητά τον άλλον εξαφανισμένο, κυρίως στο πρόσωπο του φίλου του La Boétie τον οποίον έχασε. Η ανάγνωση του Λουκρήτιου και η διαδικασία στοχασμού που ξεκίνησε καταλήγει σε έναν πραγματικό «προσηλυτισμό» του Μontaigne. Η μετάδοση των θεωριών του Κήπου αρχικά αλλοιωμένη, γίνεται σε σχετική ελευθερία τη στιγμή που ο Μontaigne είναι ακόμη φοιτητής στο Κολλέγιο Guyenne. Μαθητής του Muret, καθηγητή που συμμετείχε στην έκδοση του Λουκρήτιου του Denis Lambin, ο Μontaigne είναι εκτεθειμένος, νέος, στις διδασκαλίες του Επίκουρου. Από αυτή τη συνάντηση, προκύπτει η ιδιαίτερη του προσκόλληση στο Λουκρήτιο, που η ποιητική του δύναμη παίζει θεραπευτικό ρόλο για τον Μontaigne. Αυτή η αισθητική αλληλοσύνδεση βρίσκεται στην προέλευση των πιο λυρικών κομματιών των Δοκιμίων, που καλύπτουν συνεχώς το επικούρειο μήνυμα, όπου παραθέτει 147 αποσπάσματα από το έργο του Λουκρήτιου που αντιστοιχούν σε 454 στίχους. Εάν υπήρξε μια μορφή «προσηλυτισμού» του Μontaigne, δεν πρόκειται για προσηλυτισμό στις ιδέες ενός άλλου, που θα ήταν ο Επίκουρος ή ο Λουκρήτιος, αλλά μάλλον για την πλήρη πρόσληψη ιδεών άλλων, που τις έκανε δικές του, στο πλαίσιο μιας πορείας όχι μόνο πνευματικής άλλα σωματικής, επειδή υπάρχει αποκλειστική σύνδεση ανάμεσα στο σώμα και την ψυχή, από τον Μontaigne.
Ένα ιδιαίτερα τραυματικό γεγονός στη ζωή του Μontaigne, ο χαμός του στενού του φίλου La Boétie, προηγείται της ανάγνωσης του έργου Για τη Φύση των Πραγμάτων και της συγγραφής των Δοκιμίων. Χωρίς να μπορούμε να δημιουργήσουμε άμεση σχέση ανάμεσα στην απώλεια του La Boetie και στην ανάγνωση του Λουκρήτιου, φαίνεται εντούτοις σαφές ότι η διαδικασία συγγραφής που τις ακολούθησε έπαιξε θεραπευτικό ρόλο για τον Μontaigne. Η έκδοση αυτή του έργου του Λουκρήτιου, σχολιασμένο ευρύτατα από το σοφό Μontaigne, (υπάρχουν περισσότερα από χίλια σχόλια, παρατηρήσεις, σημειώσεις στο αντίτυπο του) επηρέασε σημαντικά την κατανόησή του της φιλοσοφίας του Κήπου. Η πρώτη έκδοση του έργου του Λουκρήτιου στη Γαλλία είναι αυτή του Denis Lambin το 1563 στο Παρίσι. Το αντίτυπο του έργου με το σχολιασμό του Μontaigne ανακαλύφθηκε το 1989 και το 2008 αποκτήθηκε από την Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου του Cambridge και εντάχθηκε στην πολύ σημαντική συλλογή έργων για τον Μontaigne που διαθέτει η Βιβλιοθήκη. Η επιθυμία, αιτία της κίνησης, γεννιέται από την έλλειψη. Η απώλεια του αγαπημένου του φίλου, δημιούργει στον Μontaigne έλλειψη που θα τον κάνει να ξεκινήσει μια διαδικασία προς μια έρευνα των ηδονών όπως τις αντιλαμβανόταν ο Λουκρήτιος. Αυτή η πορεία είναι αντισταθμιστική, παρηγορητική, και μάλιστα θεραπευτική.
Όπως για πολλούς συγγραφείς του τέλους του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης, οι συγγραφείς θα πουν για τον Μontaigne ότι δεν είναι τέτοιος, αλλά ότι είναι φιλόσοφος. Οι Σχολαστικοί φιλόσοφοι βεβαιώνουν το αντίθετο. Ξαναβρίσκουμε ιδέες δανεισμένες από Λατίνους συγγραφείς, πιο σπάνια από έλληνες στους οποίους δεν στρέφεται πολύ. Εάν μιλά όλο και λιγότερο τη γλώσσα του Κικέρωνα, δεν παύει να σκέπτεται λατινικά και στιγματίζει σταθερά τον κόσμο του ως παρηκμασμένο, κακό, διεφθαρμένο, διεστραμμένο, ψεύτη, βάρβαρο, βάναυσο, ματωμένο (οι θρησκευτικοί πόλεμοι μαίνονται). Ο Μontaigne οικειοποιείται τους αρχαίους συγγραφείς όπως κάνουν οι μέλισσες για να φτιάξουν το καλύτερο μέλι. Και δεν κρύβεται ποτέ: «κάνω να πουν στους άλλους αυτό που δεν μπορώ να πω τόσο καλά είτε από αδυναμία της γλώσσας μου είτε από αδυναμία των αισθήσεων μου. Δεν υπολογίζω τα δάνειά μου, τα ζυγίζω», γράφει. Δεν ασπάζεται τον κόσμο των ιδεών του Πλάτωνα ούτε την θεωρητική τάξη (οι Αριθμοί του Πυθαγόρα τον κάνουν να κοροϊδεύει) ή την θεωρητική εξέταση (δεν δέχεται τα άτομα του Επίκουρου). Μπορούμε εντούτοις να πούμε ότι έχει σχέση με το στωικισμό όταν αντλεί από τις πηγές του Σενέκα, ότι είναι σκεπτικός αλλά τίποτα περισσότερο από κάποια δάνεια από τον Σέξτο Εμπειρικό, ότι είναι επικούρειος, πράγματι είναι επικούρειος, και αποτελεί μέρος αυτών που μπόρεσαν, κάποτε, να κάνουν να ξαναζωντανέψει ο Δάσκαλος του Κήπου, που σήμερα τα κείμενα του έχουν σχεδόν όλα εξαφανισθεί. Το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό, το μέλι χωρίς όμοιό του, η εργασία του στοχασμού συγκεντρώνει την οικοδόμηση του Εαυτού του και καταλήγει στο να του φέρει την απόδειξη όλης της αξίας της ύπαρξής του.
«Αυτός, γράφει, που γνωρίζει τον εαυτό του γνωρίζει και τους άλλους, επειδή κάθε άνθρωπος φέρει ολόκληρη τη μορφή της ανθρώπινης υπόστασης». Εάν δεν δίνει καμιά προσοχή στους κόσμους των ιδεών του Πλάτωνα ( δεν αγαπά αυτόν τον φιλόσοφο ούτε στην ουσία ούτε στη μορφή) και ούτε πιστεύει στον άλλο κόσμο των χριστιανών, κόσμο φανταστικό που θα τον προσεγγίζαμε αφού έχουμε υποφέρει πολύ εδώ κάτω, έχει μεγάλο θαυμασμό για τον Σωκράτη, τον ταπεινό φιλόσοφο, με τις μεγάλες αρετές. Κανένα ασκητικό ιδεώδες λοιπόν. Εάν ήταν σκεπτικός, δηλαδή εάν ασκούσε την διακοπή σε κάθε τελική κρίση, (δεν είμαστε ποτέ βέβαιοι για τίποτα) δεν θα είχε ποτέ πάρει σταθερά μέρος ενάντια στην καταστροφή των πολιτισμών του Νέου Κόσμου που μόλις είχαν ανακαλύψει, ενάντια στη χρήση των βασανιστηρίων, ενάντια σε διάφορους διωγμούς όπως αυτοί των μαγισσών. Δεν θα μπορούσαν λοιπόν να τον αποκαλέσουν ουμανιστή… ο Μontaigne είναι πολύ ανθρώπινος, λέει αυτό που σκέπτεται, λέει την άποψή του και δίνει κρίσεις. Είναι συνεπώς ανεκτικός και φιλελεύθερος. Ο Αριστοτέλης; Δεν τον αναφέρει σχεδόν ποτέ, μη έχοντας σχέσεις με τον αυταρχικό και βαρετό σχολαστικισμό. Αντίθετα, έχει πραγματικές φιλίες με τον Αρίστιππο από την Κυρήνη, από τον οποίον κάνει δική του την θέληση για ολοκληρωτική ανεξαρτησία, και με τον Διογένη από τη Σινώπη, τον υπέρτατο ατομιστή του εαυτού του, αυτόνομο και επίμονα ελεύθερο (κάτι που δεν κάνει τον Μontaigne αναρχικό, παραμένει βαθειά μοναρχικός). Ο Μontaigne είναι ο φιλόσοφος της γης, του εδώ και τώρα, νομιναλιστής και επικούρειος, βαθειά επικούρειος καθώς γερνά. Δεν θα στηριχθεί εντούτοις στη θέση που αφορά την αταραξία, προτιμώντας να την αντικαταστήσει με μια θετική άσκηση, έναν θετικό ηδονισμό.
Αν υπολογίσουμε καλά, αν κοιτάξουμε καλά, δανείζεται περισσότερα από τους επικούρειους παρά από τους στωικούς. Για το θάνατο για τον οποίον πρέπει να αδιαφορούμε επειδή δεν μας αφορά ποτέ. Όταν είμαστε ζωντανοί, αυτός δεν είναι εδώ, και όταν αυτός είναι εδώ, εμείς, δεν είμαστε πια εδώ… Οι θεοί, εάν υπάρχουν, δεν έχουν σχέση με τους ανθρώπους, δεν ενδιαφέρονται γι’ αυτούς ούτε για το καλό ούτε για το κακό, και εάν δεν υπάρχουν να μη μιλάμε γι’ αυτούς. Καθόλου ατομικός, βρίσκει την θεωρία πολύ ριζοσπαστική… Ο Μontaigne έλκεται από μια ηθική απλή και δίκαιη, σφυρηλατεί μια ηθική που σέβεται τους άλλους, χρησιμοποιεί τις αρχές της φρόνησης τις οποίες βγάζει από τους αρχαίους παίρνοντας τι καλύτερες από τον καθένα. Ο Μontaigne ήταν πολύ σύνθετος για να φαίνεται παράδοξος. Επί πλέον, ασκούσε ανοικτά κριτική στην Εκκλησία. Μπόρεσαν να τον αποκαλέσουν άλλοτε άθεο, αν όχι προτεστάντη. Εντούτοις ήταν εξαιρετικά χριστιανός, και μάλιστα μάλλον πολύ θρήσκος. Πριν και μετά τον θάνατο του, του απέδωσαν επί μακρόν εντελώς το ανάποδό του, εντελώς το αντίθετό του. Η θρησκεία του, ο καθολικισμός, τον έζησε έξυπνα, ατομικά, στον πύργο του όπου έφτιαξε ένα δεύτερο παρεκκλήσι, ακριβώς πάνω από το δωμάτιο του που διαθέτει καταπακτή που του επιτρέπει να παρακολουθεί τις λειτουργίες όταν η αρρώστια τον κρατά στο κρεβάτι. Σαν ελεύθερος άνθρωπος ασκεί το χριστιανισμό του, ενώ επικρατεί πλήρως η Ιερά Εξέταση και οι θρησκευτικοί πόλεμοι.
Είναι λαϊκός που δεν παίρνει παρά αυτό που είναι το πιο θετικό στη θρησκεία του. Απεχθάνεται το ντολορισμό, το ασκητικό ιδεώδες, όπως και το μίσος για τη σάρκα και το σώμα επειδή, όπως γράφει, «θέλοντας να μεταμορφώσει τον άνθρωπο σε άγγελο, ο επίσημος χριστιανισμός τον κάνει ζώο». Η αντίληψη του για τη ψυχή την κάνει αλληλέγγυα με το σώμα. Όταν πεθαίνει το σώμα, το ίδιο πεθαίνει και η ψυχή. Είναι, και παραμένει βαθειά επικούρειος. Ο παράδεισος, που είναι χριστιανικός η μουσουλμανικός, είναι ελαφρά κουταμάρα, μύθος για παιδιά. Κατηγορεί τον Κωνσταντίνο για εγκλήματα ενάντια στην ανθρωπότητα, τις επαναλαμβανόμενες καταδίκες από την Ιερά Εξέταση δια της πυράς, τις βάρβαρες δολοφονίες. Σύμφωνα με τον Michel Onfray, ο Μontaigne είναι ο μόνος φιλόσοφος που το έχει διακηρύξει τόσο καθαρά, και προτιμά τον Ιουλιανό τον Παραβάτη.
Ο Μontaigne έλεγε ότι το να είσαι χριστιανός σημαίνει να είσαι δίκαιος, ελεήμων και καλός. Μια απλή αρχή που ταιριάζει στους μικρούς όσο και στους μεγάλους. Ο νομιναλισμός του αποτρέπει τον φιλόσοφο να εισέλθει σε μυστικιστικές ή εσωτερικές θεωρήσεις τις οποίες περιφρονεί. Δεν πιστεύει στον κόσμο του αόρατου του Πλάτωνα ή των χριστιανών, ήδη το είπαμε. Ο ίδιος, πραγματικά δεν κρύβεται ακόμη και αν μένει όσο το δυνατό περισσότερο εχέμυθος και όσο το δυνατό λιγότερο επιθετικός. Ο Κοπέρνικος, του οποίου ο Μontaigne υιοθετεί την ηλιοκεντρική αντίληψη του κόσμου- ενάντια στον Αριστοτέλη- πέρασε σχεδόν απαρατήρητος περισσότερο από πενήντα έτη πριν, αλλά οι επόμενοι, οι Giordano Bruno και Σια του 17ου αιώνα, θα καταλήξουν συχνά στον χασάπη των νέων ιδεών. Ο Γαλιλαίος ήταν η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα. Όταν ο Πάπας ξεκινά να απειλεί με λογοκρισία τις εργασίες του, δεν το λαμβάνει υπόψη. Θέλει πολύ να είναι χριστιανός σύμφωνα με τον δικό του ορισμό, αλλά ποτέ, εντελώς ποτέ δεν θα ακολουθήσει εντολές. Πιστός μόνο στον εαυτό του. Κατά βάθος, παραμένει επικούρειος παρά χριστιανός. Το απόλυτο, το ξέρει επικίνδυνο, που παράγει το χάος και, μέσα στην μετριοπάθεια που έχει επιλέξει για τον εαυτό του, προτρέπει έντονα να ζει την παρούσα στιγμή συνδέοντας την με το πραγματικό, και να γεμίζει αυτή τη στιγμή με πυκνότητα και με ηδονή. Ο κόσμος του δεν είναι καρφωμένος σε ένα πρότυπο αμετάβλητο ή ψεύτικης αιωνιότητας, βρίσκεται σε κίνηση, σε πέρασμα, στην αιώρα όπως το λέει ο ίδιος. Οι αλήθειες δεν διαρκούν παρά κάποιο χρόνο, ο Μontaigne ως προς αυτό το σημείο επικαλείται τον Πρωταγόρα: ο άνθρωπος είναι το μέτρο όλων των πραγμάτων ή Αυτό που ο άνθρωπος ονομάζει αλήθεια, είναι πάντοτε η αλήθεια του, δηλαδή η άποψη με την οποίαν τα πράγματα του εμφανίζονται. Είναι λοιπόν αλήθεια κάτι που του εμφανίζεται μόνο κάποια στιγμή. Έχουμε το δικαίωμα στη διαφορετικότητα αλλά επίσης και στο λάθος. Είναι για τα καλά φυσιοκράτης που κάνει επίκληση στις αισθήσεις για να επωφεληθεί όσο το δυνατό περισσότερο στη ζωή. Είναι μάλλον τολμηρός όταν γνωρίζει τις οπισθοδρομικές θέσεις της εκκλησίας σε θέματα ηδονών των αισθήσεων!
Αλλά αυτή την κινούμενη και μεταβλητή αλήθεια, αυτή την αλήθεια της στιγμής, την προτιμά από τα ψέματα που, πραγματικά, δεν τα αντέχει, όπως κάθε τι επιπλέον που φέρνει κακή συνείδηση. Δεν του αρέσει η δολοπλοκία ούτε οι μάταιες θεωρητικές συζητήσεις, ο Μontaigne είναι άνθρωπος της Πραγματικότητας, της Φύσης και της Γης, δεν καταφεύγει, όπως η εποχή του το θέλει ακόμη, σε κόσμους απίθανους, όπως αυτός των αιωνίων και αναλλοίωτων ιδεών, αυτός ενός Θεού παντοδύναμου και πανταχού παρόντος αλλά εντελώς απόντος ή ακόμη ενός Ουρανού τόσο μαγικού όσο και μυστηριακού. Δέχεται να βλέπει τον κόσμο όπως είναι, εδώ και τώρα, να μιλά για το σώμα του, ποτέ για την ψυχή του, εάν δεν είναι για να πει, αφού τον άγγιξε ο θάνατος σε ένα δυστύχημα με το άλογο, ότι είναι προσκολλημένη στο σώμα, πεθαίνει πάντα μαζί του. Με το να είναι ταπεινός και άνθρωπος της γης, δεν τρεφόταν αλλά έτρωγε πολύ καλά: προτιμούσε τα καλά εδέσματα από κάθε μορφή λιτότητας- χωρίς εντούτοις να υπερβάλει. Καλό μέτρο, καλή ωφέλεια, να τι είναι ο επικούρειος.
Το δυστύχημα με το άλογο σίγουρα δεν ήταν μάταιο στον φιλοσοφικό προσανατολισμό του Μontaigne. Στα Δοκίμια, εξετάζει προσεκτικά όλα τα αποτελέσματα, τα αίτια και τις συνέπειες. Ο Michel Onfray παρατηρεί ότι, πολύ πριν από τον Freud, ο Μontaigne επιχειρεί ένα είδος ανάλυσης ξεκινώντας να ακούει τον ίδιο τον εαυτό του. Όχι μόνο αποκαλύπτεται λίγο-λίγο αλλά, καθώς γνωρίζει τον εαυτό του καλύτερα, μαθαίνει εξίσου πολλά για τους άλλους και γι’ αυτό τον κόσμο. Ο Μontaigne πάει πολύ πιο μακριά στη σύγχρονη εποχή: παρατηρεί τη Φύση επιστημονικά- η ηθική του είναι βιολογική πριν την ώρα. Παρουσιάζει πριν από τον Georg Mendel, την ύπαρξη γενετικής κληρονομικότητας και καταλήγει να φέρει μια οντολογική ματιά για τον άνθρωπο. Οι ορμές του θανάτου, μιλάει και γι’ αυτές όταν τις ονομάζει ένστικτα απανθρωπιάς. Ψάχνοντας τον εαυτό του με επιμονή και σκαλίζοντας τον, ανακαλύπτει επίσης την αρχή του αντίδοτου που είναι απαραίτητο για να μετουσιώσει τα επώδυνα γεγονότα. Συστήνει την διασκέδαση για να αποφύγει τις αρρώστιες της ψυχής, η πραγματοποίηση των Δοκιμίων είναι, με αυτό τον τίτλο, μετουσίωση. Ενάντια στη κακή μοίρα και, κυρίως ενάντια στην κατάσταση του αυτή του απλού θνητού. Εάν ο Μontaigne επιλέγει απολαύσεις και την ηδονή, είναι για να μετουσιώσει την στενοχώρια του θανάτου και το χωρίς νόημα της ζωής. Αλλά, τουλάχιστον, δίνει το νόημα του στη ζωή κηρύσσοντας έναν δικαιολογημένο ηδονισμό: δεν μπορούμε να ζούμε παρά μόνο για την ηδονή και μέσω της ηδονής. Ο Μontaigne βλέπει να γεννιέται, κατά κάποιο τρόπο, η επιστήμη της ψυχολογίας των αδύτων της ανθρώπινης ύπαρξης.
Ο θάνατος κατατρέχει αρκετά τον Μontaigne επειδή ψάχνει σε όλη του τη ζωή για να τον κάνει φίλο. Αλλά, εάν οι αρχαίοι, όπως ο Πλάτων και ο Κικέρων, έλεγαν ότι το να φιλοσοφεί κανείς σημαίνει να μάθει να πεθάνει, ο Μontaigne προσθέτει ότι το να μάθει κανείς να πεθάνει καλύτερα βοηθάει κυρίως να ζει καλύτερα. Ο λόγος του είναι βαθειά επικούρειος: «Δεν είναι απέναντι στο θάνατο που ετοιμαζόμαστε, είναι τόσο στιγμιαίος […] Η φιλοσοφία μας επιτάσσει να έχουμε το θάνατο πάντοτε μπροστά στα μάτια μας[…]. Αλλά έχω την άποψη ότι είναι μόνο το τέλος, όχι όμως ο σκοπός της ζωής, είναι το τέλος της, το όριο της, αλλά όχι το αντικείμενο της». (Essais L.III. & XII. P. 337). Αλλά τι είναι το να ζει κανείς καλά κατά τον Μontaigne; Με γνώση των αιτίων, ο Μontaigne επέλεξε τον ηδονισμό λιγότερο για την περίφημη θεωρία της αταραξίας παρά για την ηδονιστική άποψη της ύπαρξης. Πρόκειται για έναν θετικό ενεργητικό ηδονισμό. Ο Μontaigne προτείνει μια ερωτική φιλοσοφία- διδάσκει τη χαρά, την ηδονή, την ευχαρίστηση, τη σπινθηροβόλα ζωή, τη γόνιμη- και όχι θανατόφιλη. Πολύ απλά την ευτυχία και χωρίς αιδώ. « Όλες οι γνώμες του κόσμου βρίσκονται εδώ, λέει, ότι η ηδονή είναι ο σκοπός μας… Τι και αν λένε, για την ίδια την αρετή, ο τελικός σκοπός των βλέψεών μας είναι η ηδονή. Μου αρέσει να βομβαρδίζω τα αυτιά τους με αυτή τη λέξη η οποία τόσο πολύ τους ενοχλεί 2.»

Η φρόνηση και η ανθρώπινη σοφία πρέπει να εμπνέουν χαρά και όχι λύπη.
Όπως ο Επίκουρος και ο Λουκρήτιος, ο Μontaigne στηρίζεται στις παρατηρήσεις του για τον ζωικό κόσμο για να δικαιολογήσει την αναγκαία έρευνα του για την ηδονή. Ποιο ζώο, πράγματι, ζει για να κάνει κακό; Στον εαυτό του όπως και στα άλλα; Κανένα ζώο δεν θίγει τη ζωή ενός άλλου για την ευχαρίστησή του αλλά επειδή τα ένστικτά του της επιβίωσης και η πείνα το αναγκάζουν. Κανένα ζώο, εκτός από τον άνθρωπο, δεν αποφεύγει την ηδονή, εντελώς το αντίθετο. Μόνο ο άνθρωπος είναι ικανός να βασανίσει τον όμοιό του, δεν υπάρχουν ζώα σαδιστές ή μαζοχιστές. Ο άνθρωπος προικισμένος με λογική και συνείδηση επειδή το κεφάλι του προχώρησε πιο μακριά στην εξέλιξη, φέρει την υπευθυνότητα και, κάποτε, την ενοχή των πράξεών του, όχι τα ζώα. Η Εκκλησία φέρει βαριές ευθύνες για τη δυστυχία των ανθρώπων επειδή, αντί να κηρύσσει το καλό νέο –να είστε ευτυχισμένοι- επιβάλλει την πιο φοβερή λατρεία: αυτή που δεν έχει κρατήσει παρά την οδύνη του Χριστού, και όχι την έντονη χαρά την οποίαν έχουν αποστερήσει οι κριτές του. Στο σύνολο των Δοκιμίων, ο Μontaigne καταγγέλλει την περιβάλλουσα οδύνη, που καταστρέφει τις αθώες ψυχές εδώ και αιώνες κακού χριστιανισμού. Με τι τρομοκρατούν τον χριστιανό που είναι αρκετά ένθερμος για να βρει ευχαρίστηση στο να μην έχει καμία ευχαρίστηση: να εγκαταλείψει κανείς τις χαρές και τις ηδονές του κόσμου, εδώ βρίσκεται το λάθος, η αμαρτία του θανάτου. Πρέπει να αντιστρέψουμε τις αρνητικές αξίες που χαράζουν στο μυαλό μας τη φτώχια, το μίσος για το σώμα και τη σάρκα, την άρνηση του εαυτού μας, το συνετό επώδυνο πάθος να πλησιάσουμε το Χριστό και, με αυτό ακριβώς, το Θεό. Εάν ο Θεός είναι Αγάπη, γιατί τότε χορταίνει με την οδύνη; Πρέπει να απολαμβάνουμε τη ζωή. Να εμβληματικά άποψη του φιλοσόφου, η αντικληρική του πλευρά.
«Είναι η απόλαυση, όχι η κατοχή, που μας κάνει ευτυχισμένους». Άλλη μια έκφραση που δείχνει την ηδονιστική άποψη δανεισμένη από τον Μontaigne. Με άλλα λόγια: επειδή πρόκειται να πεθάνουμε, ας απολαύσουμε. Και να μην δεχθούμε μια οδύνη παρά μόνο αν πρόκειται να αποφύγουμε μια πιο μεγάλη. Η αποκατάσταση του Επίκουρου, που επιχειρήθηκε από τον Lorenzo Valla και τον Έρασμο πριν από τον Μontaigne, συνεχίζεται, εδώ, για να αποδείξει τις κακολογίες που θα ήθελαν να μας απομακρύνουν από τον ηδονισμό, που μεταχειρίζονταν σαν ανόσιο και ξεδιάντροπο γουρούνι κάθε επικούρειο που τον διεκδικεί. Πτωχά επιχειρήματα αλλά εξασφαλισμένα αποτελέσματα: χίλια χρόνια δυστυχίας για το ανθρώπινο γένος. Εντούτοις, η Φύση, οι ευαγγελιστές και ο Θεός αυτοπροσώπως μας ωθούν για περισσότερη ηδονή, για λιγότερη οδύνη. Εξαιτίας αυτών που αναμασά με αυτό τον τρόπο, το Βατικανό θα μπορούσε να θυμώσει πραγματικά, αλλά χωρίς να υπολογίσουμε την επιδεξιότητα του φιλοσόφου που, με όλα τα μέσα, γνωρίζει να μένει διακριτικός, ασαφής. Δεν επιβάλλει τις ιδέες του, προτείνει, υποθέτει. Είμαστε ελεύθεροι να μην ασπαστούμε τις απόψεις του. Ο Μontaigne μπορεί να φαίνεται λίγο αφελής, δεν είναι θύμα. Τον κόσμο, αρχίζει να τον γνωρίζει καλά, είναι ανέντιμος και άδικος. Πονηρός ο Michel, του αρέσει να σπέρνει την αμφιβολία γύρο του και, το να αμφιβάλει κανείς, είναι η αρχή της φιλοσοφίας. Ο Μontaigne, με τον τρόπο των τριών πιθήκων της ανατολίτικης σοφίας, αποφεύγει για να μην έχει να κάνει με οποιαδήποτε προβλήματα. Εξάλλου παρατηρώντας καλά τους άλλους μαθαίνει όχι μόνο να διορθώνεται αλλά επίσης να συγκρίνει τον εαυτό του… για να απολαμβάνει λίγο περισσότερο.
Δεν ήταν όλα ευχάριστα για τον Μontaigne, το αντίθετο μάλιστα. Εντούτοις, δεν είναι σημάδι μοιρολατρίας επειδή ο Μontaigne δεν αφήνει ποτέ να νικήσει η δυστυχία. Για να υποφέρει καλύτερα τα ελαττώματα του, του αρκεί να βρει κάποιον με μεγαλύτερα ελαττώματα από αυτόν: ο Μontaigne δεν χαίρεται με την δυστυχία των άλλων, αλλά γνωρίζοντας ότι υπάρχουν πιο δυστυχείς από αυτόν, αυτό τον βοηθάει να ζει. Κοντά στους απλούς ανθρώπους βρίσκει την ευτυχία του, επειδή αυτοί δεν παραπονιούνται ποτέ για τα χειρότερα βάσανα που τους πλήττουν. Επί πλέον, οι άνθρωποι με τα λίγα είναι συχνά καλύτεροι φιλόσοφοι από τους πλούσιους της κοινωνίας. Mens sana in corpora sano, (Νοῦς ὑγιὴς ἐν σώματι ὑγιεῖ) έλεγαν οι αρχαίοι. Ο Μontaigne ενάντια στην ανάγκη – είναι πολύ άρρωστος-, αγωνίζεται να κάνει ένα φυσικό σώμα σύμφωνα με την προσωπική του μεταφυσική: το σώμα του είναι ελεύθερο από κάθε αιθερική αντίληψη, όχι ιουδαίο-χριστιανική, υποκείμενο όπως όλα τα σώματα στη διάλυση. Ο Michel Onfay μιλά για ένα σώμα «άθεο» που αρνείται τον πόνο υπό οποιαδήποτε μορφή. Ο επικουρισμός του Μontaigne δεν εμπόδιζε την αγάπη του για την λιτότητα, την απλότητα, την αυστηρότητα. Οι ηδονές της προτίμησης του Μontaigne, είναι αυτός που κάνει το εγκώμιο τους, είναι η φιλία, η απόλαυση των γυναικών και τα βιβλία.
Αλλά ποιοι φιλόσοφοι μίλησαν για την φιλία; Ο Μontaigne, αναπόφευκτα, ασπάζεται τις Κύριες Δόξες του Επίκουρου, συναντά κανονικά τον Lelius του Κικέρωνα, συμφωνεί με τις Επιστολές προς Λουκίλιο του Σενέκα… Ο La Boétie, τον οποίον παραθέτει πολύ λίγο στα Δοκίμια, του λείπει φοβερά. Ο Μontaigne δεν θεωρεί την ευτυχία χωρίς τη συντροφιά των βιβλίων. Βέβαια η φιλία, και οι γυναίκες, αλλά αυτό που δεν μπορούν να προσφέρουν ούτε οι φίλοι ούτε οι γυναίκες, το βρίσκει στο βιβλία που, πιο συχνά, διαβάζει το έναν τρίτο τους: να κατασκευάσεις το εσωτερικό κάστρο, έλεγε ο Μάρκος Αυρήλιος. Το διάβασμα οδηγεί κάποιον να σκεφθεί, να συλλογισθεί, να σκεφθεί τη ζωή του, να ζήσει την ύπαρξη του, να γεμίσει το χρόνο που μοιράζεται ανάμεσα στους φίλους, να δώσει νόημα όταν δεν υπάρχει, και… να βρει τον εαυτό του. Ο μεγαλύτερος αναγνώστης των Δοκιμίων πρέπει να είναι ο ίδιος ο συγγραφέας τους. Φύση, Φιλία, Γυναίκες, Βιβλία πραγματοποιούν την ισορροπία που αναζητά ο φιλόσοφος σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Τίποτα δεν λέει ότι πέθανε σαν ολοκληρωμένος άνθρωπος αλλά έτσι σαν άνθρωπος συνετός και φιλόσοφος βεβαιώνει ότι είχε βρει χαρά, ευτυχία, ηδονή, λαμπρότητα, ομορφιά, επιθυμία να ζει και γλυκιά ευχαρίστηση. Ο θάνατος του είναι καλύτερα γνωστός σήμερα. Δεν πέθανε από την αρρώστια της πέτρας που τον κατέτρωγε πολύ καιρό αλλά τρείς μέρες βρισκόταν σε αγωνία από μια κυνάγχη διφθερίτιδας. Τρείς μέρες που δεν μπορούσε πλέον να μιλήσει.
Ο Μontaigne πέθανε, οι αιώνες πέρασαν. Πολλοί είναι αυτοί που εμπνέονται από τα Δοκίμια για να δομήσουν νέες θεωρίες, να κάνουν τα δικά τους δοκίμια. Για του κλασσικούς: Charles Cotton, John Locke, David Hume, Boyde Hendrik Bode, Emmanuel Kant, René Descartes, Blaise Pascal, Nicolas Malebranche, Molière, Jean de La Fontaine. Από τη μεριά των ξεχασμένων της φιλολογίας επειδή ήσαν ηδονιστές ή ελεύθεροι στοχαστές: François La Motte Le Vayer ; Charles de Saint- Evremond, Pierre Gassendi, Cyrano de Bergerac, και ακόμη ο αββάς Meslier, ο γνωστός άθεος. Χάρη στην επίδραση του Μontaigne ο Descartes μπόρεσε να γυρίσει την πλάτη στον πολύ ενοχλητικό σχολαστικισμό και να υιοθετήσει τα γαλλικά στη θέση των λατινικών. Ίσως αυτό μας φαίνεται να μην είναι τίποτα, αλλά αυτή είναι η αιτία που επέτρεψε μια πραγματική επανάσταση στην δυτική σκέψη: εκλαΐκευση σε κίνηση της κοινωνίας, χειραφέτηση από τη θεολογία, διάκριση των εξουσιών, πολλές σύγχρονες ανακαλύψεις. Εάν ο Pascal τον επικρίνει για το σκεπτικισμό του « Ο Μontaigne δεν ήταν τέτοιος, το είδαμε πιο πάνω», αυτό δεν τον εμπόδισε να πάρει από αυτόν πολλές ιδέες. Στον προεπαναστατικό 18ο αιώνα η εικόνα ενός δογματικά άθρησκου Μontaigne εξακολουθούσε να κυριαρχεί, και ο Voltaire και ο Denis Diderot έβλεπαν σ’ αυτόν έναν πρόδρομο της ελεύθερης σκέψης του Διαφωτισμού. Για τον Jean-Jacques Rousseau, όμως, η συνάντηση με τα Δοκίμια ήταν σημαντική για διαφορετικούς λόγους, καθώς σωστά θεωρούσε τον Μontaigne ως τον κύριο και το πρότυπο της αυτοβιογραφίας. Ο Rousseau εγκαινίασε την αντίληψη του βιβλίου ως το εντελώς προσωπικό πρόγραμμα ενός ανθρώπινου πλάσματος που αναζητά την ταυτότητα του και δεν φοβάται να μιλήσει χωρίς προσποίηση για τη βαθύτερη φύση του. Τον 19ο αιώνα υπήρχε αυξάνουσα αντίληψη ότι ο Μontaigne ήταν όχι μόνο κάτοχος ιδεών αλλά επίσης συγγραφέας του ιδιαίτερου, του προσωπικού, του μύχιου, δηλαδή o συγγραφέας ως φίλος και οικείος. Ο Gustave Flaubert είχε πάντοτε τα Δοκίμια στο τραπέζι δίπλα στο κρεβάτι του και αναγνώριζε στον Μontaigne το alter ego του, όπως έκαναν τον 20ο αιώνα συγγραφείς όπως ο André Gide, ο Michel Butor, ο Rolan Barthes.
Τα Δοκίμια μεταφράστηκαν αρχικά στα αγγλικά από τον John Florio το 1603, στους αναγνώστες τους ήσαν, ο Francis Bacon, ο John Webster, ο William Shakespeare, ο Lord Byron, ο William Makepeace Thackeray, ο Ralf Waldo Emerson, η Virginia Woolf, ο T.S. Eliot, ο Aldous Huxley. Τα πάντα και τα αντίθετά τους έχουν λεχθεί γι’ αυτόν, ακόμη και ο Onfray τον κάνει άθεο που δεν είναι, ένας συντηρητικός επαναστάτης, ένας μισογύνης φεμινιστής, ένας επικούρειος χριστιανός, ένας ηδονιστής ασκητής, ένας δογματικός σκεπτικός… τελικά μια προσωπικότητα εντελώς πολυδιάστατη και αντιφατική. Η Εκκλησία που δεν κατάλαβε τίποτα μέχρι τότε, αντέδρασε βάζοντας τα Δοκίμια στην Πίνακα ( Index) το 1676, πολύ αργά, το μήνυμα είχε περάσει, καθιστώντας εφικτή την σύγχρονη Εποχή.

ΑΘΗΝΑ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2018
ΛΕΩΝΙΔΑΣ Α. ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΔΗΣ

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. Χαράλαμπος Θεοδωρίδης, Επίκουρος η αληθινή όψη του αρχαίου κόσμου, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 1954.
2. Χαράλαμπος Θεοδωρίδης, Εισαγωγή στη Φιλοσοφία, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 1955.
3. Λουκρίτιος, ΓΙΑ ΤΗΝ ΦΥΣΗ ΤΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ, εκδόσεις ΘΥΡΑΘΕΝ, Θεσσαλονίκη 2005.
4. Jean Marie Guyau, La morale utilitaire depuis Epicure jusqu’ à l’ école anglaise contemporaine (1874)
5. Jean Marie Guyau, La morale d’ Epicure et ses rapports avec les doctrines contemporaines. (1878)
6. Βασίλης Μπρακατσούλας, Η φιλοσοφική σκέψη από τον Θαλή έως τη σύγχρονη εποχή, Εκδόσεις Σακούλα (2012).
7. Rafal Krazek, Montaigne et la philosophie du plaisir. Pour une lecture épicurienne des Essais. Paris 2012.
8. Marion Lopez-Burette, Le rôle du plaisir dans la quête de soi de Montaigne. Acta Fabula, 2012.
9. Michel Onfay, Montaigne et l’ usage des plaisirs.
10. Montaigne, ou la renaissance de la philosophie. Cafés-philo, 2013.
11. André Comte-Sponville, Montaigne et Épicure: grandeur et limites de l’ hédonisme. 2016.
12. Encyclopaedia Britannica , Michel de Montaigne.

.........................