Κείμενα Επικούρειας Φιλοσοφίας *Η παρακάτω δημοσίευση,
έχει αναρτηθεί με την άδεια του
συγγραφέα
Μπάμπης Πατζόγλου -
Το υπαρξιακό πρόβλημα, ο Θάνατος και η
Επικούρεια θέση.
Εισήγηση στον ΚΗΠΟ
ΑΘΗΝΩΝ στις 8 Δεκεμβρίου 2011
Αν
γινόταν αυτό ο θάνατος δεν θα
τον ενδιέφερε μιας και οι
πράξεις του θα τον οδηγούσαν σε
παραδεισένιες μεταφυσικές
κοινωνίες, είτε στην Γη, είτε
στον Ουρανό.
Ακόμα,
ψευδώς (και το γνωρίζουν αυτό)
πολλοί νομίζουν ότι τον έχουνε
βρει αυτόν τον σκοπό. ή βάζουν
ένα σκοπό και πιάνονται απ’
αυτόν και επιβιώνουν.
Και
όταν τον φέρουν εις πέρας ή
εκπληρωθεί, άραγε πεθαίνουν
ευχαριστημένοι;
Είναι
όμως πραγματικοί οι σκοποί
αυτοί; Πεθαίνουν άραγε με
πληρότητα;
Έχω
ακούσει και εσείς φαντάζομαι,
διάφορους ανεκπλήρωτους
σκοπούς που αν εκπληρωθούν,
μετά ο θάνατος δεν τους νοιάζει.
Για παράδειγμα: ας παντρευτεί η
κόρη μου και έπειτα ας πεθάνω.
Αυτός ο άνθρωπος έχει συνδέσει
την ζωή του μ’ έναν στόχο, μ’
ένα σκοπό ή αν θέλετε, με μία
επιθυμία. Και την πιστεύει και
κάνει το κάθε τι για να την
εκπληρώσει. Αν υποθέσουμε όμως
ότι επέρχεται το μοιραίο μετά
την εκπλήρωση του σκοπού αυτού,
θα έχει ζήσει άραγε
ευτυχισμένα, ώστε να μην τον
νοιάζει ο θάνατος αυτός;
Εκτός
όμως από τον σκοπό αυτό ή τους
σκοπούς που αναφέραμε υπάρχουν
και άλλοι άνθρωποι
προσδεδεμένοι σε κάποιο άλλο
σκοπό. Από τους πιο
αρρωστημένους μέχρι τους
φαινομενικά υγιείς. Για
παράδειγμα άλλος ασχολείται με
τον τζόγο, άλλος με την
χαρτοπαιξία, άλλος με την
ποδοσφαιρική του ομάδα, άλλος
με το σεξ, άλλος έχει συνδέσει
την ζωή του με το κόμμα, άλλος
με την Θρησκεία κ.τ.λ., κ.τ.λ.
Βλέπουμε λοιπόν πως ο κάθε
άνθρωπος νομίζει πως θα βρει
την ευτυχία του και θα λύσει το
υπαρξιακό του πρόβλημα μέσω
ενός σκοπού. Βέβαια εδώ υπάρχει
και η ιεραρχία των σκοπών.
Διότι άλλοι σκοποί σε οδηγούν
σε υπερβατικούς στόχους, ενώ
άλλοι σε παροδικούς.
Την
βρίσκει άραγε την ευτυχία μέσω
αυτών σκοπών; Μακάρι. Αλλά δεν
φαντάζομαι. Μπορεί όμως να
νοιώθει πλασματικά
ευτυχισμένος μέσα στην
δυστυχία του και μέσα στους
φόβους του.
Αν
υποθέσουμε ότι δεν υπήρχαν
αυτοί οι σκοποί, άραγε τι θα
γινότανε ο κάθε κοινός
άνθρωπος; Μήπως θα
τρελαινότανε ή θα αυτοκτονούσε;
Και
άραγε γιατί να υπάρχουν και πως
δημιουργήθηκαν;
Μήπως,
όπως έγραφα στο βιβλίο μου «Τα
πάντα εν σοφία εποίησας;», ο
σκοπός, είναι ένας εξωραϊσμός
του ενστίκτου της επιβίωσης;
Και προσπαθούμε να γεμίσουμε
την άσκοπη ζωή μας με άσκοπους
σκοπούς;
Ή
ότι είναι ο εκπεσμός ενός
σκοπού που θέλει κάποιος Θεός;
Τουλάχιστόν γι’ αυτούς που
ασχολούνται με τις θρησκείες.
Ή
μήπως όλα αυτά είναι ένα
αντίδοτο προς την ιδέα του
φόβου του θανάτου;
Ή
τελικά ο σκοπός πρέπει να είναι
η μελλοντική ευτυχία του
ανθρώπου σ’ αυτήν την Γη; 1
Μετά
σκέφθηκα ότι οι λύσεις που θα
μπορούσαν να απαντήσουν σ’
αυτά τα ερωτήματα είναι τρεις.
Α)
Έστω ότι υπάρχει θεός2 άρα
θα υπάρχει και σκοπός. Σκοπό
που όρισε ο Θεός. Και με μία
πλατωνική αναγωγή στην μνήμη
μας και μέσω της διανοίας μας
θα πρέπει να τον αναζητήσουμε
και να τον βρούμε αυτόν τον
σκοπό. Οπότε ότι και σκοπό να
βάλουμε εμείς ατομικά, ή σαν
ανθρωπότητα, ένας θα είναι ο
σκοπός. Αυτός ο σκοπός που
κάποιος Θεός μας έθεσε.
Εδώ
μπορούμε να σημειώσουμε ότι το
αρχικά Επικούρειο «ποτέ δεν
θέλησα να γίνω αρεστός στους
πολλούς», το αναπαρήγαγε
κακέκτυπα ο Ιησούς, στα χρόνια
που ήλθαν μετά τον Πλάτωνα, με
το ότι «όποιος θέλει οπίσω μου
ελθείν». Και το λέω κακέκτυπα
γιατί μας το συμπληρώνει μία
ακόμη ρήση του «μη ων μετ’ εμού
κατ’ εμού εστιν». Δηλαδή με
λίγα λόγια θα Πρέπει να είσαι
δίκαιος σ’ αυτόν τον κόσμο και
να πιστέψεις στον Ιησού ο
οποίος θα σε βγάλει από αυτόν
τον αποπροσανατολισμό των
σκοπών, και θα ακολουθήσεις τον
σκοπό αυτόν που καί θα βρεις
τον σωστό δρόμο της ζωής σου,
καί θα σώσεις την ψυχή σου μετά
τον θάνατο. Και ακόμα με το «ματαιότης
ματαιοτήτων, τα πάντα
ματαιότης» η πραγματική
ευτυχία θα πραγματωθεί μόνο
στην άλλη ζωή. Αυτό λοιπόν το
Πρέπει και οι ρήσεις του ιδρυτή
της χριστιανικής θρησκείας,
μετετράπει αργότερα από τους
χριστιανούς σ ένα φόβο για τον
αν θα πάνε στον παράδεισο ή
στην κόλαση.
Β)
Η δεύτερη εκδοχή είναι, πως δεν
υπάρχει θεός και είμαστε
πλάσματα της φυσικής επιλογής.
Δηλαδή λειτούργησε έτσι η
φυσική επιλογή ώστε να βγάλει
το έλλογο ον, τον άνθρωπο. Μ’
αυτόν τον τρόπο υπακούμε στους
νόμους της φύσης. Και ότι θα
πρέπει ο σκοπός μας , όπως μας
λέει ο Μαρξ, να τους εξηγήσουμε
αυτούς τους νόμους. Και η
εξήγησή τους θα γίνει, με βάσει
μία Εγγελειανή διατύπωση περί
της εύρεσης της αντικειμενικής
αλήθειας η οποία στηρίζεται
στη θέση, αντίθεση και σύνθεση.
Αυτή η διαλεκτική οδηγεί
τελεολογικά στην εύρεση της
μοναδικής αλήθειας. Δηλαδή της
εύρεσης της λειτουργίας της
φύσης. Και στον κοινωνικό τομέα
στο τελεολογικό τέλος της
ιστορίας που οδηγεί στην
ευτυχία του ανθρώπου, στην
αταξική κοινωνία. Με την
αντικειμενική αλήθεια ότι ο
άνθρωπος είναι από την φύση του
καλός , και εγγράφεται στηνTabula raza,
δηλαδή στο μυαλό του, οι όποιες
παραβάσεις που του επιφέρουν
οι διάφορες κοινωνίες. Έτσι δεν
χρειάζεται να θέτουμε σκοπούς
παρά μόνο για την
πραγματοποίηση της αλήθειας
αυτής. Ή να βάζουμε σαν σκοπό
την δικτατορία του
προλεταριάτου που
επαναστατικά θα έρθει από την
κρίση του καπιταλισμού σαν
κάθαρση και σα προπομπός της
αταξικής κοινωνίας. Οπότε οι
οποιοδήποτε άλλοι σκοποί που
βάζουμε, θεωρούνται
παρακατιανοί και ύστατη
διέξοδος του καπιταλιστικού
συστήματος στα αδιέξοδά του.
Γ)
Και τέλος η Επικούρεια άποψη
ότι είμαστε τυχαίοι, και αυτό
έχει αποδειχθεί από την
σύγχρονή φυσική και από την
παρέκκλιση των ατμήτων, οπότε
σκοπός δεν υπάρχει.
Και
εκείνο που μετρά κατά βάση δεν
είναι το πρέπει αλλά το θέλω.
Όμως
ο Επίκουρος δέχτηκε τους Θεούς,
με το κριτήριο της αλήθειας που
είναι η φανταστική επιβολή του
νου. Αλλά οι Θεοί μας λέει, ούτε
δημιούργησαν τον κόσμο, ούτε
επεμβαίνουν στη φύση, μήτε στις
ανθρώπινες υποθέσεις. Και
επίσης δέχτηκε την φυσική
επιλογή ως μέσο προφύλαξης και
ανανέωσης του κάθε είδους.
Οπότε μάλλον οι σκοποί του κάθε
ανθρώπου είναι ο εξωραϊσμός
του ενστίκτου της επιβίωσης
που μπαίνουν ηθελημένα
προφανώς για την μακάρια ζωή.
Άρα
με τις πιο πάνω θεωρίες, το να
βάζουμε τους οποιοδήποτε
άλλους σκοπούς, είναι περιττό.
Γιατί
όμως οι άνθρωποι σκοτίζονται
με αβέβαιους σκοπούς που δεν
οδηγούν πουθενά;
Μήπως
αυτό που λύει το υπαρξιακό τους
πρόβλημα, είναι αυτοί οι
μικροσκοποί;
Οι
καθημερινοί σκοποί;
Άραγε
τους θέτει για την πρόοδο του
και για την ευτυχία του;
Ή,
όπως είπαμε αυτοί είναι
αντίδοτο προς την ιδέα του
θανάτου; Μα όπως ελέχθει και
είναι γεγονός, το παράλογο στην
υπόθεση αυτή είναι ότι ο
άνθρωπος αυτοκτονεί ή
τρελαίνετε άμα δεν βάζει σκοπό.
Άμα δεν έχει σκοπό. Άρα
πρωτίστως εκείνο που ανανεώνει
την ζωή του κάθε ανθρώπου,
νομίζω, πως είναι η ύπαρξη
σκοπών.
Αλλά
άραγε αυτοί οι σκοποί δεν
αποδεικνύουν και την θέληση
του ανθρώπου όπου λαθεμένα
νομίζουν ότι είναι και
ελεύθεροι και ευτυχισμένοι;
Και
λέω λαθεμένα γιατί αυτοί οι
σκοποί δεν προσφέρουν το
ζητούμενο. Το ζητούμενο που
είναι ψυχική γαλήνη και ο μη
σωματικός πόνος. Αν ήταν…. δεν
θα είχαμε πρόβλημα εμείς οι
Επικούρειοι. Όμως
αποδεδειγμένα, το αντίθετο
συμβαίνει.
Το
υπαρξιακό λοιπόν αυτό πρόβλημα
μάλλον ξεκινάει από την
μοναξιά μας όπου εμφανίζεται η
διαφορά της συνείδησης και του
εαυτού μας. Και όπου η διαφορά
αυτή γέννησε τα τρία άλυτα;
πριν την εμφάνιση της
Επικούρειας φιλοσοφίας,
ερωτήματα Το ποιος είμαι; Το
γιατί ήρθα σ αυτήν την γη; Και
που πάω αν πεθάνω; Άλλωστε, αυτά
ήταν τα ερωτήματα που γέννησαν
την φιλοσοφία και τις
φιλοσοφικές διαφορές. Και τα
οποία τα εκμεταλλεύτηκαν
διάφοροι πονηροί άνθρωποι. Οι
οποίοι για να επικρατήσουν
στους πολλούς, τους φόβιζαν με
τα φαινόμενα και με
φανταστικές μεταφυσικές
μυθοπλασίες. Ακόμα τους έταζαν
άλλες κοινωνίες ευτυχισμένες,
είτε στο ουρανό, είτε στην γη,
καθηλώνοντας και μπερδεύοντας
την ανθρώπινη συνείδηση.
Επειδή
όμως μόνο αυτή η ζωή είναι η
πραγματική, δεν πολυπίστεψε ο
άνθρωπος, παρά την λυσσαλέα
προπαγάνδα των πονηρών
ανθρώπων, και γι’ αυτό φοβάται
τον θάνατο. Έτσι κάνει το κάθε
τι για να ζήσει. Και όχι μόνο να
ζήσει αλλά και να είναι ενεργό
τμήμα της κοινωνίας. Δηλαδή
νέος. Έτσι αυτοί οι
ανορθολογικοί σκοποί που βάζει
νομίζει πως βγάζουν την γλώσσα
προς τον Θάνατο.
Ακόμα
η ένταξη μας σε ομάδες και η
ύπαρξη σκοπών μπορεί να
ξεκινάει από την μνήμη μας είτε
την ατομική, είτε την συλλογική.
Με την έννοια ότι θυμόμαστε,
καί τα παιδικά μας ανέμελα
χρόνια, καί όταν ζούσαμε σε
αγέλες, καί τα παιχνίδια που
κάναμε, καί την αθωότητά μας ,
καί τις κατακτήσεις που
διενεργούσαμε, πάνω σε άλλες
ομάδες κ.τ.λ. Και αυτό
αποδεικνύεται από τους σκοπούς
των καταστατικών οποιασδήποτε
ομάδας που είμαστε ενταγμένοι.
Μπορεί
να ξεκινάει και από το
ανικανοποίητο του ανθρώπου,
δηλαδή με λίγα λόγια από την
αφροσύνη του για την
επικράτησή του πάνω στις άλλες
ομάδες με παρεμφερή σκοπό . Ή
μπορεί να ξεκινάει από τον φόβο
του ανθρώπου, καί για την
μοναξιά του, καί για τα
φαινόμενα, καί για το άγνωστο,
και να αισθάνεται ασφαλείς
μέσα στην ομάδα.
Ο
Επίκουρος ήταν ο μόνος που
απάντησε πραγματικά στα
ανωτέρω ερωτήματα όσο και αν
δεν συμφέρει τις άλλες
φιλοσοφικές θεωρίες. Και
απάντησε με τα κριτήρια της
αλήθειας, με τον κανόνα και με
τους κήπους όπου αναπτύσσεται
η αγέλη. Δηλαδή με την
εκλεπτυσμένη της μορφή που
λέγετε φιλία. Αρκέστηκε στο
πραγματικό, στο Είναι και όχι
στο τι θέλαμε να Είναι ή πως
φανταζόμαστε το Είναι.
Αρκέστηκε σε μία ρεαλιστική
αντιμετώπιση της ζωής με
φρόνηση, σ’ όλες τις μορφές της,
είτε καθημερινότητα λέγεται
αυτό, είτε τέχνη, είτε κοινωνία,
είτε… και όχι στο φανταστικό ή
το εξωπραγματικό. Αρκέστηκε
στην φρόνηση, όπως ελέχθει και
όχι στην εξαναγκαστική
αθωότητα που θέλουν να
επιβάλουν οι θρησκευόμενοι ή
θέλει να μας θέσει με το ζόρι το
Πρέπει, η οποιαδήποτε
ολιγαρχία. Δηλαδή πρέπει να
είμαστε καλοί, νομοταγείς,
πρέπει να κάνουμε θεάρεστες
πράξεις κ.τ.λ. Ακόμα αρκέστηκε
στην τωρινή ζωή και όχι στην
φαντασιακή.
Και
οι τελικές απαντήσεις που
δίνει στα ανωτέρω ερωτήματα
είναι καί ρεαλιστικές καί δεν
διαφεύγουν από την
πραγματικότητα . Ακριβώς
αγαπητοί μου, είμαστε όλοι
τυχαίοι, με βάση την Επικούρεια
φιλοσοφία και όχι
προκαθορισμένοι όπως θα το
ήθελαν οι άλλες φιλοσοφικές
θεωρήσεις. Δεν ερχόμαστε από
πουθενά. Είμαστε
κληρονομημένοι από τους
προγόνους μας και
αναπτυσσόμαστε από τις
προλήψεις, δηλαδή απ’ αυτά που
έχουμε αισθανθεί και έχουν
περάσει στην μνήμη μας από
μικρό παιδί. «Μια φορά
γεννιόμαστε» μας λέει ο
μαθητής του ο Μητρόδωρος στην
του Επίκουρου προσφώνηση, «και
δεύτερη δεν υπάρχει. Ούτε θα
υπάρξει στον αιώνα τον άπαντα».
Αφού λοιπόν μια φορά
γεννιόμαστε, άρα όσοι θέλουμε
μπορούμε να επιδιώξουμε την
ευτυχία, την χαρά και την ηδονή.
Με λίγα λόγια ο σκοπός, όσων
απεφάσισαν να ζούνε με τα
δόγματα του Επίκουρου, θα είναι
μία ικανοποίηση των αναγκών
τους ώστε να μην πονάει το σώμα
και να είναι ατάραχη η ψυχή. Μία
Καταστασιακή δηλαδή ηδονή. Και
σου λέει ο Μητρόδωρος μετά ότι,
«Εσύ όμως ενώ δεν ορίζεις το
αύριο, αναβάλλεις την χαρά. Και
η ζωή μας χάνεται με τις
αναβολές και πεθαίνεις
απασχολημένος»3.
Όπως απασχολημένοι πεθαίνουν
και οι ανωτέρω που προσπαθούν
ανούσια να λύσουν το υπαρξιακό
τους πρόβλημα. Άρα για εμάς του
Επικούρειους το νόημα της ζωής
είναι η Καταστασιακή αυτή
ηδονή που μας δίδαξε ο μεγάλος
δάσκαλος.
Εμείς
λοιπόν είμαστε υπεύθυνοι για
την ζήση μας και καμία
νομοτέλεια , ούτε κανένας Θεός,
μήτε να μας σώσει μπορεί, μήτε
να μας οδηγήσει στην γη της
επαγγελίας. Αφού, όπως βλέπουμε
ούτε καμία δικτατορία του
προλεταριάτου εγκαθιδρύθηκε,
ούτε καμιά αταξική κοινωνία
διαφαίνεται στο μέλλον, ούτε
καμία δευτέρα παρουσία του
Ιησού πραγματοποιήθηκε εδώ και
2000 έτη.
Και
όσον αφορά το τρίτο ερώτημα η
απάντηση είναι: ότι δεν πας
πουθενά. Ναι πράγματι, αυτό
μπορεί να καταρρακώνει το
ψυχικό μας Είναι, αλλά αυτή
είναι η αλήθεια. Ναι είναι ο
ρεαλισμός αυτός, που μπορεί να
πληγώσει τον εγωισμό του
καθένα μας.
Σου
αναφέρει ότι «για όλα τα
υπόλοιπα μπορούμε να έχουμε
ασφάλεια ενώ χάρη στον θάνατο
όλοι οι άνθρωποι κατοικούν σε
πόλη ανοχύρωτη.»4 Ακόμα
σου λέει πως «ένα τίποτα είναι
ο θάνατος για εμάς επειδή όλα
τα αγαθά και τα κακά τα
αντιλαμβανόμαστε με τις
αισθήσεις και ο θάνατος είναι η
στέρηση των αισθήσεων.»5 και
επί πλέον ότι: «Η σωστή γνώση
ότι ο θάνατος δεν είναι τίποτα
για εμάς κάνει απολαυστική την
θνητότητά της ζωής, όχι επειδή
προσθέτει άπειρο χρόνο αλλά
επειδή αφαιρεί τον πόθο της
αθανασίας.»6
Με
αυτά ας επανέλθουμε από εκεί
που ξεκινήσαμε. Από τον σκοπό
και την επιβίωση μέσω του
σκοπού. Λοιπόν το μέσον, για τον
σκοπό που είναι η ευτυχία μας,
είναι η φρόνηση και η φιλοσοφία.
«Η αρχή και το μέγιστο αγαθό
όλων είναι η φρόνηση. Γι’ αυτό
ακόμα και από την φιλοσοφία
είναι πολυτιμότερη η φρόνηση
από την οποία προέρχονται όλες
οι υπόλοιπες αρετές.»7 Και
συγνώμη που θα σας το ξανά πω,
αλλά όλες οι ανωτέρω ασχολίες
του ανθρώπου, οι σκοποί του, οι
επιθυμίες του, που φαντάζεται
πως λύνουν το υπαρξιακό του
πρόβλημα, δεν περιέχουν
φρόνηση. Γιατί όλες αυτές είναι
από την φύση τους άφρονες μιας
και ανταγωνίζονται η μία την
άλλη.
Και
στο κατόπιν , εύλογα προκύπτει
το ερώτημα: Άραγε με τι να
ασχοληθούμε; Ακούτε τι ωραία
μας απαντά ο δάσκαλος στην
επιστολή προς Μενοικέα «Ούτε
όταν είναι κάποιος νέος δεν
πρέπει να αμελεί να φιλοσοφεί,
ούτε όταν είναι γέρος δεν
πρέπει να κουράζεται να
φιλοσοφεί. Διότι ούτε ανώριμος
είναι κανείς ούτε υπερβολικά
ώριμος για την υγεία της ψυχής.
Εκείνος μάλιστα που λέει ότι
δεν έχει χρόνο να φιλοσοφήσει ή
ότι έχει περάσει ο χρόνος για
φιλοσοφία είναι όμοιος με
εκείνον που λέει ότι δεν έχει
χρόνο να ευτυχήσει ή ότι έχει
περάσει η ώρα της ευτυχίας.
Κατά συνέπεια, πρέπει να
φιλοσοφούν και ο γέρος και ο
νέος. Ο πρώτος, επειδή γερνάει,
για να χαίρεται τα αγαθά σαν
νέος με την ευχάριστη ανάμνηση
του παρελθόντος και ο δεύτερος,
αν και νέος, να είναι συγχρόνως
ώριμος αφού δεν θα φοβάται το
μέλλον. Σκοπός μας λοιπόν είναι
να μελετάμε εκείνα που φέρνουν
την ευτυχία, διότι όταν αυτή
είναι παρούσα έχουμε τα πάντα,
ενώ όταν λείπει η ευτυχία
κάνουμε τα πάντα για να την
αποκτήσουμε.»8 Και
ακόμα « Η σωστή κρίση των
σκοπών μας, γνωρίζει να
επαναφέρει κάθε επιλογή και
κάθε αποφυγή στην υγεία του
σώματος και την αταραξία της
ψυχής, αφού αυτός είναι ο
σκοπός της ευτυχισμένης ζωής.» 9
Άρα
οι άνθρωποι αυτοί που
ασχολούνται με αυτούς τους
παραπλανημένους και άστατους
σκοπούς έχουν ανάγκη της
βοήθειάς μας. Και σαν
ανθρωπιστές που είμαστε εμείς
και θέλουμε την μεγιστοποίηση
της ευτυχίας του ανθρώπου,
κοινοποιούμε τις πράξεις μας,
είτε με το παράδειγμά μας, είτε
με τα έργα μας. Διότι όπως μας
λέει ο Διογένης ο Οινοανδέας10 «βλέποντας
αυτούς τους ανθρώπους να ζουν
σε τέτοια κατάσταση, θρηνούσα
για την ζωή που έκαναν και μου
έρχονταν δάκρυα με την σκέψη
ότι πάνε στράφι τα χρόνια τους,
και σκέφτηκα ότι είναι καθήκον
ενός καλού ανθρώπου, όσο
περνάει από το χέρι του, να
βοηθήσει όσους έχουν νου και
ορθή κρίση».
Μπάμπης
Πατζόγλου.
1 Μπάμπης
Πατζόγλου: «Τα πάντα εν σοφία
εποίησας;» εκδ Δωδώνη, Αθήνα 2006
2 Οι deististes υποστηρίζουν
πως κάποιος Θεός έφτιαξε τον
κόσμο και πλέον δεν επεμβαίνει.
3 Μητρόδωρος ο
Λαμψακινός: (Επίκουρου
προσφώνησις 14)
4 Επίκουρος: (
Επίκουρου προσφώνησις 31)
5 Επίκουρος: (Επιστολή
προς Μενοικέα Δ.Λ. Χ 124)
6 Επίκουρος: (Επιστολή
προς Μενοικέα Δ.Λ. Χ 124
7 Επίκουρος: (Επιστολή
προς Μενοικέα, Δ.Λ.Χ 132)
8 Επίκουρος: (Επιστολή
προς Μενοικέα, Δ.Λ.Χ.122)
9 Επίκουρος: (Επιστολή
προς Μενοικέα, Δ.Λ.Χ.128)
10 Διογένης ο
Οινοανδέας « Οι Πολύτιμες
Πέτρες της Φιλοσοφίας» εκδ.
Θύραθεν.