Κείμενα Επικούρειας Φιλοσοφίας
*Η παρακάτω δημοσίευση,
έχει αναρτηθεί με την άδεια του
συγγραφέα
Ο ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ ΚΑΙ Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ του Λεωνίδα Αλεξανδρίδη, 26 Ιουνιου 2016
1. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΑΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ
Ο Επίκουρος γεννήθηκε στην Αθήνα ή στην Σάμο το 431 π.Χ. και ήταν Αθηναίος πολίτης από το Δήμο του Γαργηττού. Δάσκαλοι του ήταν ο πλατωνικός φιλόσοφος Πάμφιλος από τη Σάμο, ο Ξενοκράτης της Ακαδημίας στην Αθήνα, ο Αριστοτελικός Πραξιφάνης και ο Δημοκρίτειος Ναυσιφάνης στην Τέω.
Στην ηλικία των τριάντα ετών, μετά την εκπλήρωση των στρατιωτικών του υποχρεώσεων, μετακόμισε στη Λέσβο για να διδάξει στο Γυμνάσιον της Μυτιλήνης, όπου το 310 ίδρυσε σχολή, την οποίαν αργότερα μετέφερε στην Λάμψακο της Ιωνίας. Εκεί δίδαξε για μια πενταετία, δημιουργώντας τον πρώτο του επικούρειο φιλοσοφικό κύκλο, αποτελούμενο από αφοσιωμένους φίλους, όπως ο Έρμαρχος ο Μυτιληναίος και οι Λαμψακηνοί Μητρόδωρος και Ιδομενέας.
Σε μια εποχή πολιτικής και κοινωνικής αναστάτωσης, το 306 π.Χ. ο Επίκουρος μετέφερε την σχολή του στην Αθήνα, ιδρύοντας τον Κήπο σε μια έκταση που αγόρασε έξω από το Δίπυλο. Ο Κήπος ήταν ανοικτός σε άνδρες, γυναίκες, εταίρες και δούλους, ανθρώπους όλων των ηλικιών. Μετά τον θάνατο του Επίκουρου το 270 π.Χ. την διεύθυνση του Κήπου στην Αθήνα αναλαμβάνει μετά από επιθυμία του Επίκουρου ο Έρμαρχος από τη Μυτιλήνη και ο Διογένης Λαέρτιος μας παραθέτει τα ονόματα των σχολαρχών του Κήπου μέχρι τα μέσα του 1ου π.Χ. αιώνα.
Σε ότι αφορά το τέλος του Κήπου δεν υπάρχουν μαρτυρίες για το πότε σταμάτησε η λειτουργία του. Υπάρχει αναφορά του Ηλιόδωρου στο έργο του Αιθιοπικά, για μια γυναίκα που επρόκειτο να συναντήσει τον άνδρα της κυρίας της στο μέρος «όπου βρίσκεται το μνημείο των επικούρειων». Φαίνεται ότι τον 4ο αιώνα και μετά την εισβολή των Ερούλων το 267 μ. Χ. ο Κήπος είχε εγκαταλειφθεί.
Η επικούρεια φιλοσοφία γοήτευσε την αρχαιότητα: ήταν η πιο δημοφιλής φιλοσοφία στην Ελλάδα και στη Ρώμη. «Οι μαθητές και οι φίλοι του Επίκουρου ήσαν τόσο πολυάριθμοι» γράφει ο Διογένης Λαέρτιος, «που ολόκληρες πόλεις δεν μπορούσαν να τους χωρέσουν» (Διογ.Λαρετ.X.9). Έφταναν ακόμα και από την Αίγυπτο, λέει ο Πλούταρχος, για να παρακολουθήσουν τον δάσκαλο. Αργότερα, όταν οι Ρωμαίοι, ήρθαν σε επαφή με τον Ελληνικό λαό, η πρώτη φιλοσοφία που διείσδυσε σ’ αυτούς, η πρώτη που εκφράστηκε στη λατινική γλώσσα, ήταν η άθρησκη στην ουσία της φιλοσοφία του Επίκουρου. Τότε, «το παρασυρμένο πλήθος, λέει ο Κικέρων, κατευθυνόταν ολόκληρο προς αυτό το σύστημα προτιμώντας το από τα άλλα».
Όσο επιβίωνε ο παγανισμός, η θεωρία του Επίκουρου διατηρείτο. Όταν μια νέα πίστη εμφανίστηκε στον κόσμο, η επικούρεια φιλοσοφία έμεινε ακόμα για αρκετό χρόνο όρθια αντιμέτωπη στον χριστιανισμό που γεννιόταν.
Πράγματι η επικούρεια φιλοσοφία κατείχε δύναμη αντίστασης ενάντια σε κάθε είδους θρησκεία, κάτι που δεν είχαν οι άλλες φιλοσοφίες : απέρριπτε επί της αρχής το θαύμα, το υπερφυσικό. Ο Επίκουρος και ο Λουκρήτιος έχουν ήδη το επιστημονικό και θετικιστικό πνεύμα των σύγχρονων ωφελιμιστών, και αυτή είναι η δύναμή τους.
Η επικούρεια φιλοσοφία ήταν το τελευταίο από τα φιλοσοφικά συστήματα που επέζησαν για κάποιο χρονικό διάστημα ακόμα στο χριστιανισμό. Παρέτεινε την ύπαρξή της τετρακόσια χρόνια μετά τον Χριστό. Την εποχή αυτή, οριστικά βουβή, φαίνεται να εξαφανίζεται τελείως. Εντούτοις, παρά τον θρίαμβο του χριστιανισμού, έμειναν πάντοτε κάποια ίχνη του επικούρειου πνεύματος, που συγχέονταν τελικά με το πνεύμα της μη πίστης.
Αλλά με την Αναγέννηση, με το πνεύμα της έρευνας και της ελευθερίας, οι επικούρειες ιδέες αποκτούν ξανά όλη τους την δύναμη. Και σε αυτό καθοριστικό ρόλο έχουν: α. Η εκ νέου ανακάλυψη του έργου Για τη φύση των πραγμάτων του Λουκρήτιου έγινε από τον Poggio Bracciolini ( 1380-1459 ) τo 1417 σε ένα γερμανικό μοναστήρι, β. Το 10ο βιβλίο του έργου Βίοι και θεωρίες σημαντικών φιλοσόφων του Διογένη Λαέρτιου, μεταφράστηκε στα λατινικά για πρώτη φορά το 1433 από τον Ambrogio Traversari. Για τη μετάφραση αυτή εργάστηκε από το 1424 μέχρι το 1433, είχε κυκλοφορήσει ευρύτατα σε χειρόγραφο και εκδόθηκε στη Ρώμη το 1472 (η πρώτη τυπωμένη έκδοση των Βίων. Το ελληνικό κείμενο τυπώθηκε μόλις το 1533).
Γύρο στο πρώτο μισό του δεκάτου εβδόμου αιώνα βλέπουμε πράγματι να ξαναγεννιέται, συγχρόνως στην Γαλλία και στην Αγγλία, το σύστημα της επικούρειας φιλοσοφίας στο σύνολό της. Στην Γαλλία, επέστρεψε με την προσεκτική σοφία ενός Gassendi, στην Αγγλία, ανακατασκευάστηκε από το αυστηρό πνεύμα ενός Hobbes. Από τη στιγμή αυτή οι επικούρειες ιδέες ξαναπήραν τη θέση τους στην ιστορία, οι υπερασπιστές τους ξανάγιναν τόσο πολλοί όσοι ήταν κάποτε. Στον Επίκουρο είναι που κατέληξε, εν αγνοία του, ο La Rochefoucauld, ο μισάνθρωπος και σκοτεινός στοχαστής. Είναι η επικούρεια φιλοσοφία, που ενωμένη με την φυσιοκρατία του Spinoza, ξαναγεννιέται στον Helvétius, στον Holbach, στον Sant- Lambert, που εμπνέει εντέλει όλους τους γάλλους συγγραφείς του δεκάτου ογδόου αιώνα. Κατόπιν ξαναπερνά στην Αγγλία, και ξεσηκώνει στην πατρίδα του Hobbes οπαδούς ακόμα πιο πολυάριθμους. Στον Bentham και στον Stuart Mill παίρνει την τελική της μορφή, δεν είναι πάντα πολύ απομακρυσμένη από την αρχική της μορφή. Τέλος, με τους Spenser και τους Darwin αναπτύσσεται ακόμη περισσότερο. Με το ηθικό σύστημα του Επίκουρου περισσότερο ή λιγότερο τροποποιημένο συνδέεται ένα ευρύ κοσμολογικό σύστημα: νέοι επιστήμονες έρχονται να προσφέρουν στους σύγχρονους επικούρειους τα μέσα να στηρίξουν την ηθική τους στους νόμους ολόκληρου του κόσμου και να περιλάβουν στην ίδια αντίληψη το σύμπαν και τον άνθρωπό.
Συμπερασματικά η επικούρεια φιλοσοφία, τόσο δυνατή στην αρχαιότητα, έλαβε ξανά στη σύγχρονη εποχή αρκετή δύναμη για να κυριαρχήσει διαδοχικά στα δύο μεγαλύτερα έθνη της Ευρώπης, στη Γαλλία με τον Helvétius και σχεδόν με όλους τους φιλοσόφους του δεκάτου ογδόου αιώνα, στην Αγγλία με τον Bentham και την σύγχρονη αγγλική σχολή. Όλοι οι στοχαστές της Αγγλίας, εκτός από σπάνιες εξαιρέσεις, ανήκουν σ’ αυτήν, και η επιρροή της παραμένει σημαντική.
2. ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΗΓΕΣ
Αν και ο Επίκουρος και οι επικούρειοι στους έξη αιώνες της ύπαρξης της φιλοσοφίας του στην αρχαιότητα ήσαν πολυγραφότατοι, ο Επίκουρος έγγραψε 300 τόμους, εκ των οποίων το Περί Φύσεως περιελάμβανε 37 τόμους, ελάχιστα σώθηκαν και αυτά με έμμεσο τρόπο:
α. Ο Διογένης Λαέρτιος έζησε τον 3ο μ.Χ. αιώνα και έγραψε το έργο Βίοι Φιλοσόφων, που αποτελείται από δέκα βιβλία. Το δέκατο και τελευταίο είναι αφιερωμένο στον Επίκουρο και αποτελεί μοναδική και πολύτιμη μαρτυρία για τη ζωή, τα έργα του, τη λειτουργία του Κήπου και μας διασώζει τις τρείς Επιστολές επιτομές της Επικούρειας φιλοσοφίας ( Προς Ηρόδοτο, Προς Πυθοκλή, Προς Μενοικέα) την διαθήκη του, και τελειώνει με τις κύριες δόξες 40 σύντομα γνωμικά τα οποία αποστήθιζαν επικούρειοι.
β. Ο ποιητής Τίτος Λουκρήτιος Κάρος ( 98-94 π.Χ. και πέθανε γύρω στα 55-53 π.Χ ) έγγραψε το ποίημα Για τη φύση των πραγμάτων, που αποτελείται από έξη βιβλία και 745 στίχους και αναλύει τη φυσική του Επίκουρου.
γ. Οι απανθρακωμένοι πάπυροι της Ηράκλειας που καταστράφηκε το 79 μ.Χ. από την έκρηξη του Βεζούβιου. Στα μέσα του 17ου αιώνα ξεκίνησαν ανασκαφές για να αποκαλύψουν την πόλη οι οποίες συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Τότε αποκαλύφθηκε η Βίλλα του Πίσσωνα και μέσα σε αυτή μια ολόκληρη βιβλιοθήκη (επικούρεια βιβλιοθήκη) από πάνω από 1800 παπύρους απανθρακωμένους, και που είναι γνωστή ως η Βίλλα των παπύρων. Από τότε γίνεται προσπάθεια, με πολλές και διαφορετικές μεθόδους, να ανοιχθούν και να διαβαστούν οι πάπυροι Είναι κείμενα του Επίκουρου, του Φιλόδημου και άλλων επικούρειων.
δ. Τον 2ο αιώνα μ. Χ., ο Διογένης ο Οινοανδέας, από μια περιοχή της Λυκίας κοντά στον ποταμό Ξάνθο, τοποθέτησε σε δημόσιο χώρο μια μνημειώδη επιγραφή. Επιδιώκει να βοηθήσει τους ανθρώπους σε όλο τον κόσμο να αποκτήσουν την αληθινή ευτυχία με τη βοήθεια των διδαγμάτων του Επίκουρου. Διακόσια είκοσι τρία κομμάτια από αυτή την επιγραφή έχουν ανακαλυφθεί και αναγνωσθεί από το 1883. Μπορούμε να αναφέρουμε ότι η επιγραφή είχε μήκος πάνω από 80 μέτρα και το συνολικό ύψος του κειμένου ήταν 3,50 μέτρα και μέχρι τώρα μόνο το τριάντα τοις εκατό από αυτήν έχουν βρεθεί.
ε. Το 1888 ο K. WOTKE ανακάλυψε στη Βιβλιοθήκη του Βατικανού σε κάποιο χειρόγραφο 81 Δόξες του Επίκουρου, γνωστές ως Επικούρου Προσφώνησις.
στ. Έργα αντιπάλων συγγραφέων ως προς την επικούρεια φιλοσοφία, κυρίως του Κικέρωνα και του Σενέκα, αλλά και του Πλούταρχου του Σέξτου Εμπειρικού και κάποιων Πατέρων της χριστιανικής Εκκλησίας.
3. ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
Ο Γάλλος φιλόσοφος του 19ου αιώνα Ζαν- Μαρί Γκυγιώ συνοψίζει ολόκληρο το σύστημα της επικούρειας φιλοσοφίας με εξαιρετική ευστοχία ως εξής:
Οι επικούρειοι διαιρούσαν την φιλοσοφία σε τρία μέρη: η ηθική δείχνει στον άνθρωπο τον τελικό σκοπό του. Η φυσική ή φυσιολογία χρησιμεύει για να επιβεβαιώσει την ηθική, και δείχνει ότι δεν υπάρχει κανένα εμπόδιο στην εξωτερική φύση που εμποδίζει τον άνθρωπο να πετύχει αυτόν το σκοπό. Το τρίτο μέρος, το λογικό ή το κανονικό, συμπληρώνοντας τη φυσική και την ηθική, διδάσκει να κρίνουμε όλη την αλήθεια με την αλάνθαστη μαρτυρία των αισθήσεων. Έτσι η ηθική δείχνει στον άνθρωπο που είναι η ευδαιμονία, η φυσική διώχνει κατά κάποιο τρόπο όλα τα εξωτερικά εμπόδια που θα μπορούσαν να εμποδίσουν την πραγματοποίηση αυτής της ευδαιμονίας, και τελικά, η λογική, ξεπερνά όλα τα εσωτερικά εμπόδια, ξεπερνώντας την πλάνη και κάνοντας γνωστή σε όλους την αλήθεια.
α. ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ- ΚΑΝΩΝ
Ο Επίκουρος στηρίζει την φυσική του θεωρία (φυσιολογία) στην ατομική φυσική του Λεύκιππου και του Δημόκριτου την οποία διόρθωσε και συμπλήρωσε, δημιουργώντας μια συνεκτική οντολογία.
Σύμφωνα με την ατομική θεωρία τα αρχικά στοιχεία είναι τα ἂτομα και το κενόν. Τα άτομα είναι τα ελαχιστότατα κομμάτια της ύλης, αόρατα και άπιαστα, αντιληπτά μόνο με τη νόηση, στερεά, χωρίς κενά μέσα τους. Δεν μπορούν να τεμαχιστούν ή να διαλυθούν ούτε να καταστραφούν. Για το λόγο αυτό ονομάστηκαν άτομα. Είναι άναρχα και αιώνια και μένουν αναλλοίωτα στις ενώσεις και στους χωρισμούς. Κενόν είναι ο άδειος χώρος. Σ΄ αυτόν μέσα βρίσκονται τα άτομα, που κινούνται και ενώνονται σε άπειρους συνδυασμούς και δημιουργούν τον υλικό κόσμο.
Οι βασικές αρχές της φυσικής θεωρίας του Επίκουρου μπορούν να συνοψιστούν στα εξής:
1. Τίποτα δεν δημιουργείται από το τίποτα.
2. Ο κόσμος δεν δημιουργήθηκε από θεία παρέμβαση.
3. Ακόμα και αν υπάρχουν θεοί, αυτοί δεν επιδρούν στο φυσικό κόσμο.
4. Η ύλη δεν καταστρέφεται σε τίποτα.
5. Πρωταρχικά στοιχεία της ύλης είναι μικρά αδιαίρετα άφθαρτα σωματίδια ( άτμητα σωμάτια = άτομα).
6. Τίποτα δεν μπορεί να γίνει αισθητό αν δεν έχει υλική υπόσταση. Τίποτα δεν υπάρχει εκτός από τα άτομα και το κενό ανάμεσά τους.
7. Όλα τα σώματα, είτε είναι άτομα, είτε προέρχονται από ένωση ατόμων.
8. Το σύμπαν είναι άπειρο. Δεν βρισκόμαστε στο κέντρο του σύμπαντος, αλλά είμαστε ένας από τους αναρίθμητους κόσμους του σύμπαντος.
9. Τα άτομα βρίσκονται σε διαρκή κίνηση μέσα στο κενό. Μπορούν να συνεχίσουν σε ευθεία, να συγκρουστούν, να αλλάξουν κατεύθυνση (παρέκκλιση), να ενωθούν με άλλα άτομα στη δημιουργία σύνθετων σωμάτων.
10. Οι κόσμοι και τα έμβια όντα δημιουργούνται από τυχαία γεγονότα λόγω της χαοτικής κίνησης των ατόμων.
11. Αυτό που αποκαλούμε «ψυχή» είναι σωματική οντότητα με υλικά χαρακτηριστικά και δεν συνεχίζει να υπάρχει μετά τον θάνατο.
12. Η αίσθηση είναι αξιόπιστη, διότι δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από κάτι άλλο πιο αξιόπιστο από αυτήν.
Θα πρέπει να επισημανθεί ότι ο Κανών και η Φυσική είναι αναγκαίο να εξετάζονται μαζί, διότι είναι συμπληρωματικά και αποτελούν ενιαίο σύνολο. Θεωρούμενα ως μία ενότητα, τα κριτήρια της αληθείας και η περί φύσεως θεωρία εκφράζουν με απλό τρόπο την οντολογική και γνωσιολογική θεωρία του Επίκουρου.
Με τον Κανόνα ο Επίκουρος υιοθετεί τις απαραίτητες κατά βάση εμπειρικές αρχές ή κριτήρια (το τετραπλό κριτήριο της αληθείας), που αποτελούν αναγκαία και ικανή συνθήκη ώστε τα συμπεράσματα μας για τη φύση του κόσμου και τη θέση του ανθρώπου μέσα σ’ αυτόν να είναι έγκυρα.
Το τετραπλό, λοιπόν, αυτό κριτήριο της αληθείας αποτελείται από τις αἰσθήσεις, τα πάθη (συναισθήματα, συγκινήσεις), τις προλήψεις (έννοιες των πραγμάτων που βρίσκονται εκ των προτέρων αποθηκευμένες στο νου) και τις φανταστικές ἐπιβολές τῆς διανοίας (διορατικές συλλήψεις του νου). Το τετρακριτήριο υπαγορεύει τους κανόνες της επιστημονικής έρευνας της φύσης (της φυσιολογίας), και τη μέθοδο που πρέπει να ακολουθείται για την έρευνα των φαινομένων. Όλα τα φαινόμενα καταδεικνύουν την πραγματικότητα. Και όλη η πραγματικότητα μπορεί να γίνει αντιληπτή. Η εμπειρική μεθοδολογία βασίζεται στην αρχή της επιμαρτύρησης και της αντιμαρτύρησης, και το αξίωμα της πλήρους αναλογίας.
Κατά τον Επίκουρο, αληθείς γνώμες είναι εκείνες που επιβεβαιώνονται και δεν αμφισβητούνται από το ολοφάνερο, ενώ ψευδείς γνώμες είναι εκείνες που δεν επιβεβαιώνονται και αμφισβητούνται από το ολοφάνερο.
Το αξίωμα της πλήρους αναλογίας βασίζεται στην παραδοχή ότι για όλα τα σώματα στη φύση ισχύουν οι ίδιοι φυσικοί νόμοι και κατά συνέπεια «εφόσον όλα τα γνωστά επιμέρους στοιχεία δύο σωμάτων είναι όμοια, τότε θα είναι όμοια και τα άγνωστα στοιχεία τους».
Ο Επίκουρος, σε αντίθεση με άλλους φιλοσόφους, ενδιαφέρεται για την κατανόηση της φύσης, σαν προϋπόθεση του κύριου μελήματος και ενδιαφέροντος της φιλοσοφίας του, που είναι η ηθική θεωρία, δηλαδή οι αρχές που καθοδηγούν την ανθρώπινη δράση με σκοπό την επιδίωξη του το εὖ ζῆν και της εὐδαιμονίας. Συνεπώς το Κανονικόν και η Φυσική υπηρετούν ένα ωφελιμιστικό σκοπό, την προετοιμασία και την εκπαίδευση του ατόμου για μια γαλήνια ζωή, που οδηγεί στην κατάκτηση της ευδαιμονίας.
Σ΄ αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, η χρήση της αρχής της επιμαρτύρησης και αντιμαρτύρησης δεν έχει σκοπό την επίτευξη μιας εξαντλητικής επιστημονικής θεωρίας που θα εξηγεί τη φύση και τα φαινόμενα, αλλά αντίθετα, επικεντρώνεται σε μια μέθοδο, που σκοπό έχει να εξαλείψει τη σύγχυση και την άγνοια σχετικά με τη φύση και τα φαινόμενα και τον φόβο και την ταραχή που φέρνουν στην ανθρώπινη ψυχή. Επομένως, ακόμη και αντιφατικές θεωρίες για τη φύση κάποιου συγκεκριμένου φαινομένου, μπορούν να συνυπάρχουν, εφ’ όσον δεν διαψεύδονται από τη μαρτυρία των τεσσάρων κριτηρίων της αληθείας και κυρίως από τη μαρτυρία που παρέχεται από τα δύο πρώτα (αἰσθήσεις και πάθη), αφού η εγκυρότητα τέτοιων μαρτυριών πάντα υπερέχει. Εξ’ άλλου, θεωρίες που εξηγούν φαινόμενα, τα οποία βασίζονται σε πολλαπλές αιτίες, είναι συμβατές με την ίδια τη φύση της πραγματικότητας, αλλά το κυριότερο, είναι χρήσιμες και αναγκαίες για διώξουν τον φόβο και την ταραχή από την ψυχή του ανθρώπου. Η άγνοια και η σύγχυση ως προς τα αίτια των φυσικών φαινομένων και των συνεπειών τους στην ανθρώπινη ζωή, εμποδίζουν κάθε προσπάθεια επιδίωξης της ευδαιμονίας.
Σαν συμπέρασμα στα παραπάνω μπορούμε να διατυπώσουμε τα εξής:
Η φυσική θεωρία (φυσιολογία) του Επίκουρου στηρίζεται σε δύο άξονες:
α) Την ανάπτυξη της ίδιας της φυσικής θεωρίας στη βάση της ατομικής θεωρίας του, σε συμφωνία με την κλασική ατομική θεωρία του Λεύκιππου και του Δημόκριτου.
β) Την άποψη ότι η επιστημονική έρευνα που βασίζεται στο τετρακριτήριο της αληθείας δεν αποτελεί αυτοσκοπό, αλλά είναι μέσο που θα επιτρέψει την επιδίωξη του εὖ ζῆν και της εὐδαιμονίας του ανθρώπου.
Η αναζήτηση της επιστημονικής εξήγησης των φαινομένων έχει σαν κύριο σκοπό να απαλλάξει το άτομο από το φόβο και την ταραχή που προκύπτουν από την άκριτη αποδοχή μη επαληθευμένων θρησκευτικών, μυθολογικών ή μεταφυσικών ιδεών για τις δυνάμεις που κυβερνούν τον κόσμο και καθορίζουν την ανθρώπινη ζωή και τις ανθρώπινες πράξεις.
Η οντο-γνωσιολογία του Επίκουρου αποτελεί το απαραίτητο μέσο για την επιδίωξη της ψυχικής ηρεμίας και της ήσυχης και ειρηνικής διαβίωσης, που αποτελούν τη βάση για την επίτευξη της ευδαιμονίας και του εὖ ζῆν .
Η ζωή μας, δεν έχει ανάγκη από παραλογισμό ή άδειες γνώμες (κεναί δόξαι). Η επιστημονική έρευνα πρέπει να δίνει απαντήσεις για την ουσία και τη λειτουργία του φυσικού κόσμου και των φαινομένων, σύμφωνα με την κοινή λογική και την κοινή αίσθηση. Έτσι θα γνωρίζουμε κατά τρόπο ασφαλή τους παράγοντες που καθορίζουν την ύπαρξή μας στο κόσμο και συνεπώς θα μπορέσουμε να αποφασίζουμε για τις πράξεις και τις επιλογές μας με σκοπό την επιδίωξη μιας ζωής γεμάτης ευδαιμονία, απαλλαγμένης από αδικαιολόγητους φόβους και ταραχές.
γ. ΗΘΙΚΗ
Επικούρειος, άρα ηδονιστής. Λάτρης του οίνου, της καλοπέρασης, της καλοφαγίας και των απολαύσεων – αυτή είναι η συνηθισμένη έννοια του όρου. Τουλάχιστον για τους περισσότερους, από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα. Η ευτυχία των επικούρειων, όπως την παρουσίαζαν στη Δύση ανά τους αιώνες, είναι η ευτυχία της κοιλιάς, σε όλες της τις καταστάσεις και τις υπερβολές. Ολοκληρωτική παρανόηση. Επειδή η ευτυχία, σύμφωνα με τη φιλοσοφία του Επίκουρου, βρίσκεται στον αντίποδα της αχαλίνωτης απόλαυσης. Καμία σχέση με όργια, φαγοπότια, μεθοκόπια ή τεχνητούς παράδεισους. Αντίθετα, αυτή η φρόνιμη ευτυχία έχει εντυπωσιακή λιτότητα. Διαβάζουμε στην επιστολή προς Μενοικέα:
«Όταν λοιπόν λέμε ότι η ηδονή είναι ο τελικός σκοπός της ζωής, δεν εννοούμε τις ηδονές των ασώτων και αυτές που συνίστανται στην αισθησιακή απόλαυση, όπως νομίζουν μερικοί από άγνοια και επειδή διαφωνούν με εμάς ή είναι κακώς πληροφορημένοι, αλλά εννοούμε να μην πονά το σώμα και να μην ταράσσεται η ψυχή. Γιατί την ευχάριστη ζωή, δεν την γεννούν τα ποτά και οι συνεχείς διασκεδάσεις, ούτε οι απολαύσεις αγοριών και γυναικών, ούτε ψαριών και των άλλων εδεσμάτων που προσφέρουν τα πολυτελή τραπέζια, αλλά ο νηφάλιος λογισμός, που ερευνά τις αιτίες για κάθε προτίμηση ή αποφυγή και διώχνει τις δοξασίες από τις οποίες προέρχεται η μεγαλύτερη ταραχή που καταλαμβάνει τις ψυχές μας».
Η ηθική θεωρεία του Επίκουρου έχει δύο σκέλη, την εξάλειψη του φόβου που έχει προληπτικό χαρακτήρα, στηρίζεται στη φυσιολογία και στοχεύει στο ξερίζωμα του αδικαιολόγητου φόβου και της ταραχής από την ανθρώπινη ψυχή και την αρχή της ηδονής, η οποία στηρίζεται σε ένα φυσιοκρατικό αλγόριθμο των επιθυμιών, οδηγεί στην επιδίωξη της ευδαιμονίας, του τελικού σκοπού του ανθρώπου. Η ηδονή για του επικούρειους είναι ο σκοπός της ζωής. Αλλά πρόκειται για την ηδονή εκείνη που σκοπό έχει την κατάκτηση μιας κατάστασης του ανθρώπου χωρίς σωματικό πόνο (απονία) και με πνευματική αταραξία.
ΕΞΑΛΕΙΨΗ ΤΟΥ ΦΟΒΟΥ
1. Ο φόβος των θεών
Για τον Επίκουρο θεοί υπάρχουν, αν και έχει κατηγορηθεί και στην αρχαιότητα αλλά και στη σύγχρονη εποχή για αθεΐα, και η ύπαρξή τους είναι ολοφάνερη. Οι θεοί έχουν υλική μορφή είναι αθάνατοι και μακάριοι. Κατοικούν κάπου στα μερακόσμια και δεν ασχολούνται με τον κόσμο. Δεν οργίζονται ούτε κάνουν χάρες. Αποτελούν απλά πρότυπα μακαριότητας.
2. Ο φόβος του θανάτου
Για τον Επίκουρο, το πιο φρικτό πράγμα που είναι ο θάνατος δεν σημαίνει τίποτα, επειδή όταν εμείς υπάρχουμε δεν υπάρχει ο θάνατος, και όταν έρθει αυτός εμείς δεν υπάρχουμε. Δεν έχει νόημα να φοβόμαστε κάτι το οποίο δεν πρόκειται να το συναντήσουμε ποτέ. Και ο φόβος για την αρρώστια και τον πόνο που οδηγεί στον θάνατο; Απτό παράδειγμα αποτελεί η τελευταία μέρα της ζωής του Επίκουρου όταν υπέφερε από φρικτούς πόνους από στραγγουρία. Κάτι που προξένησε τον θαυμασμό του Κικέρωνα και του Μάρκου Αυρήλιου.
3. Ο φόβος για τα φυσικά φαινόμενα.
Η μελέτη της φύσης σκοπό έχει να εξαλείψει τη σύγχυση και την άγνοια σχετικά με τη φύση και τα φαινόμενα και τον φόβο και την ταραχή που φέρνουν στην ανθρώπινη ψυχή.
4. Προκατάληψη και εσφαλμένες αντιλήψεις αποτελούν αιτία της ανθρώπινης δυστυχίας.
ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΗΔΟΝΗΣ
1. Επιθυμίες.
Ο Επίκουρος παρουσιάζει μια κατάταξη και ιεράρχηση των επιθυμιών, ένα φυσιοκρατικό αλγόριθμο των επιθυμιών, που αποτελεί την βάση για την ηθική θεωρία.
Από τις επιθυμίες άλλες είναι φυσικές και αναγκαίες, άλλες φυσικές και μη αναγκαίες και άλλες μη φυσικές.
Πρέπει να ικανοποιούμε τις φυσικές και αναγκαίες επιθυμίες, κάτι που είναι εύκολο γενικά και δεν απαιτεί κόπο, μπορούμε να ικανοποιούμε τις φυσικές και μη αναγκαίες εφ’ όσον δεν απαιτούν ιδιαίτερη προσπάθεια και δεν προξενούν πόνο. Οι μη φυσικές επιθυμίες, είναι ξένες προς τη φύση του ατόμου και οφείλονται στην επιρροή του κοινωνικού περιβάλλοντος, την κενοδοξία, τα έθιμα ή τη συνήθεια. Πρέπει κανείς να αποκρούει τέτοιες επιθυμίες, με γνώμονα την γνώση της φύσης των πραγμάτων και των ορίων των επιθυμιών του.
2. Η έννοια της Ηδονής.
Η λέξη ηδονή στην επικούρεια φιλοσοφία έχει δύο έννοιες.
Ηδονή είναι η ευχαρίστηση από το φαγητό, το πιοτό, από ένα θέαμα κλπ. Ηδονή όμως είναι, η ευάρεστη διάθεση που νοιώθουμε, όταν λείψει κάθε ενόχληση, πείνα, δίψα ή άλλη επιθυμία ή και φροντίδα.
Τέλος και το πιο σημαντικό ίσως είναι ότι η ηδονή αποτελεί το κριτήριο «για κάθε πράξη επιλογής και αποφυγής». Η ηδονή είναι ένας κανόνας με τον οποίο κρίνουμε κάθε αγαθό.
Ο Γάλλος φιλόσοφος του 19ου αιώνα Jean-Marie Guyau στον πρόλογό του για το έργο « Κικέρων Για τα υπέρτατα αγαθά και τα υπέρτατα κακά» γράφει : Πρώτον, όταν ο Επίκουρος δηλώνει ότι η ηδονή είναι το υπέρτατο αγαθό, δεν πρέπει να αντιλαμβανόμαστε από αυτό αυτήν ή την άλλη συγκεκριμένη ηδονή, αλλά την ηδονή στην πιο γενική έννοια της λέξης, ή ακόμα καλύτερα την ευδαιμονία. Ο Επίκουρος, πράγματι, δεν στηρίζεται στην δοξασία του Αρίστιππου, που πρότεινε ως το υπέρτατο αγαθό για τον άνθρωπο την ηδονή της παρούσας στιγμής, και, δεχόταν τόσους «ειδικούς σκοπούς» όσες και ειδικές ηδονές.
Ο Επίκουρος, ο ίδιος, δεν δέχεται παρά μόνο ένα γενικό σκοπό, την ευχαρίστηση ολόκληρης της ζωής και, έτσι συμπληρώνει κυριολεκτικά την δοξασία της ηδονής όπως αποκαλείται, στην οποία σταμάτησε ο Αρίστιππος, με την δοξασία της ωφέλειας ή της ευδαιμονίας. Ο άνθρωπος δεν πρέπει να επιδιώκει μόνο αυτή ή την άλλη ηδονή, αλλά την μεγαλύτερη ποσότητα ηδονών, που συνιστούν την μέγιστη ηδονή.
Από αυτό συμπεραίνεται ότι ο άνθρωπος μπορεί και πρέπει να αποφεύγει κάποια συγκεκριμένη ηδονή, εάν αυτή η ηδονή έχει σαν συνέπεια τον πόνο και αντίθετα να επιδιώκει τέτοιο πόνο εάν αυτός ο πόνος έχει σαν συνέπεια την ηδονή.
Γενικός κανόνας:
«δεν παραιτείται κάποιος από καμία ηδονή παρά μόνο εν όψει της απόκτησης μιας μεγαλύτερης ηδονής, δεν διαλέγει κάποιος κανένα πόνο, παρά μόνο για να αποφύγει πιο σκληρούς πόνους».
μας λέει ο επικούρειος Μάνλιος Τορκουάτος στο De Finibus του Κικέρωνα.
Για την αξιολόγηση αυτή ο Επίκουρος χρησιμοποιεί τον όρο ΣΥΜΜΕΤΡΗΣΙΣ, o οποίoς αποτελεί τη βάση για τον αριθμητικό υπολογισμό των ηδονών και των πόνων από τον Jeremy Bentham τον 19ο αιώνα.
Η ηδονή στην οποία ο Επίκουρος τοποθετεί το υπέρτατο αγαθό, είναι όπως μόλις είδαμε, η μέγιστη ηδονή, που έχει την μεγαλύτερη δυνατή διάρκεια. Αλλά σε ποιο είδος ηδονής θα βρούμε την μέγιστη ένταση και διάρκεια; Ο Επίκουρος διακρίνει δύο είδη ηδονής: η πρώτη, η μόνη που γνώριζε ο Αρίστιππος, είναι:
«η ηδονή που γαργαλάει τη φύση με δεν ξέρω ποιά μυστική γλυκύτητα, και που διεγείρει ευχάριστα συναισθήματα»
και που συνίσταται, κατ’ ουσία στην κίνηση των οργάνων (ἐν κινήσει). Πάνω από αυτό το πρώτο είδος ηδονής, υπάρχει ένα άλλο: είναι η ηδονή που υπάρχει μέσα στη ηρεμία (ἐν στάσει, καταστηματική), στο εσωτερικό συναίσθημα της «απονίας του σώματος και της αταραξίας της ψυχής». Αυτή η ηδονή, η πιο αγνή από όλες γεννιέται μόλις πάψει ο πόνος. Από τη στιγμή που δεν υποφέρουμε, απολαμβάνουμε. Η παντελής έλλειψη πόνου, είναι λοιπόν η μοναδική προϋπόθεση για την υπέρτατη απόλαυση, ο μοναδικός σκοπός που οφείλουμε να επιδιώκουμε.
Εν ολίγοις, η υπέρτατη ηδονή δεν είναι άλλο πράγμα από την συνολική ευτυχία της ζωή, και η ίδια η ευτυχία οδηγεί στην ηρεμία, στην αταραξία.
Τώρα που γνωρίζουμε την ίδια τη φύση της ηδονής, σύμφωνα με τον Επίκουρο, ας τη θεωρήσουμε σε συσχετισμό με την επιθυμία.
Πρώτον, δεν μπορούμε να αντιληφθούμε ως αντικείμενο επιθυμίας μια κατάσταση ανώτερη από εκείνη ενός ανθρώπου που δεν θα είχε κανένα πόνο, δεν θα δοκίμαζε κανένα φόβο, θα απολάμβανε συγχρόνως τις ηδονές του παρόντος με την αίσθησή του, τις ηδονές του παρελθόντος με την θύμηση του, τις ηδονές του μέλλοντος με την ελπίδα. Αυτή η κατάσταση είναι η πιο επιθυμητή του κόσμου. Είναι συνεπώς το υπέρτατο αγαθό.
Δεύτερον, δεν μπορούμε να αντιληφθούμε ως αντικείμενο απέχθειας μια κατάσταση χειρότερη από αυτή ενός ανθρώπου θλιμμένου ταυτόχρονα με όλους τους πόνους και όλες τις φοβίες. Μια τέτοια κατάσταση είναι αυτή που πρέπει να φοβόμαστε πιο πολύ. Ή αυτό που πρέπει να φοβόμαστε πιο πολύ αποτελεί το υπέρτατο κακό. Συνεπώς ο πόνος είναι το υπέρτατο κακό. Αντίστοιχα η ηδονή μας φαίνεται εκ νέου ως το υπέρτατο αγαθό.
3. Οι αρετές είναι απλά μέσα σε σχέση με την ηδονή.
Όπως η ιατρική και όλες οι άλλες τέχνες, η τέχνη της ζωής ή η φρόνηση έχει μοναδικό σκοπό της να προσφέρει στον άνθρωπο την ηδονή. Αντίθετα με την άγνοια που είναι αιτία ταραχής και πόνου, η φρόνηση, ταυτισμένη με την επιστήμη, μετριάζει τα πάθη και τα κάνει να υπηρετούν την πιο μεγάλη ηδονή: αυτή είναι η χρησιμότητά της.
Η ίδια η εγκράτεια, βασική αρετή στην επικούρεια φιλοσοφία, μόνο εχθρός της ηδονής δεν είναι. Δεν την μειώνει κάποτε παρά για να την αυξήσει.
Η ανδρεία, επίσης, δεν μπορεί να έχει την αιτία της στον εαυτό της: απλά πρέπει να μην αφήνει να ταράζεται η εσωτερική μας ευχαρίστηση από καμία ανησυχία και κανένα φόβο που προέρχεται από έξω από μας.
Τέλος, το ίδιο συμβαίνει με τη δικαιοσύνη. Οι δίκαιοι είναι τέτοιοι από συμφέρον,
1ο διότι φοβούνται την εσωτερική ταραχή που η αδικία, με μόνη την παρουσία της προκαλεί στην ψυχή.
2ο διότι φοβούνται τις επιπτώσεις που απορρέουν από την αδικία. Και διότι δεν θέλουν να υποστούν την τιμωρία της κοινωνίας, αλλά αντίθετα να αποκτήσουν την εκτίμηση και τον έπαινο. Μόνο η δικαιοσύνη δίνει ηρεμία, μόνο η ηρεμία δίνει ευτυχία.
Η επικούρεια φιλοσοφία δέχεται ότι δεν υπάρχει καθ’ εαυτό κακό και καθ’ εαυτό καλό. Καλό είναι ότι είναι ωφέλιμο και ωφέλιμο είναι ότι προκαλεί ηδονή. Το ίδιο, κακό είναι ότι είναι βλαβερό και βλαβερό είναι ότι προκαλεί πόνο. Συνεπώς θα μπορούσε κανείς να κάνει άδικες πράξεις όταν έχει την βεβαιότητα, όπως υποστηρίζουν πολλοί, ότι δεν θα αποκαλυφθεί; Η απάντηση του Επίκουρου είναι χαρακτηριστική: δεν μπορώ να σας απαντήσω κατηγορηματικά. Γιατί πέραν από το φόβο υπάρχει η ευχαρίστηση να ζει κανείς με δικαιοσύνη:
«Δεν μπορεί να ζει κανείς ηδονικά χωρίς φρόνηση ομορφιά και δικαιοσύνη».*
Πέραν τούτου: «Το δίκαιο της φύσεως, είναι το συμβόλαιο του συμφέροντος στο να μη βλάπτει ο ένας τον άλλον ούτε να βλάπτεται».
Εδώ έχουμε την αρχή του κοινωνικού συμβολαίου, το οποίο αποτελεί τη βάση του κοινωνικού συμβολαίου στη σύγχρονη εποχή από τον Τόμας Χομπς, τον Τζων Λοκ, τον Σπινόζα, για να καταλήξουμε στον Ζαν-Ζακ Ρουσσώ.
*Η αρετή της δικαιοσύνης πραγματοποιεί όχι μόνο απ’ έξω, αλλά μέσα στο ίδιο το άτομο, ένα είδος αρμονίας και εσωτερικής δικαιοσύνης: κάνει την ισορροπία των επιθυμιών και των παθών. «Με την ίδια της τη δύναμη και τη φύση της γαληνεύει τις ψυχές». Η αδικία, αντίθετα, με μόνη την παρουσία της φέρνει την ταραχή στην ψυχή. ( De fin., I, XVI, 50. ) Και ξεκινώντας από αυτή την αρχή, ο Επίκουρος μπόρεσε να καταλήξει να συστήσει την δικαιοσύνη ανεξάρτητα από τις κοινωνικές της συνέπειες, και να υπερασπιστεί την αδικία, εφ’ όσον μείνει κρυφή από όλους. Σ’ αυτήν ακριβώς την πλευρά της θεωρίας του φαίνεται ότι οι μαθητές του επέμεναν κατά προτίμηση. Ο Φιλόδημος, για παράδειγμα, συμβουλεύει να προσηλωνόμαστε περισσότερο στο πνεύμα παρά στο γράμμα του νόμου, να είμαστε από ευχαρίστηση δίκαιοι, όχι από ανάγκη, να είμαστε δίκαιοι με σταθερότητα, όχι με ανησυχία. – De rhet., Volumina Herculan., v. a. col. 25. ΜΕΘ’ ΗΔΟΝΗΣ, ΟΥ ΔΙ΄ΑΝΑΓΚΗΝ, ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΩΣ, ΑΛΛ’ ΟΥ ΣΑΛΕΥΟΜΕΝΩΣ.
3. Η φιλία
Σε σχέση με τους ομοίους του, ο σοφός δεν θα αρκεσθεί να ασκήσει την αυστηρή δικαιοσύνη: θα δεθεί με αυτούς με αυτή την πλατειά φιλία για την οποία ο Επίκουρος έδωσε πρώτος το παράδειγμα. Πράγματι,
«από όλα όσα η φρόνηση μπορεί να αποκτήσει για να κάνει τη ζωή ευτυχισμένη, δεν υπάρχει τίποτα πιο εξαιρετικό, πιο καρποφόρο και πιο πλεονεκτικό από τη φιλία», και προσθέτει: «σε ορισμένες περιπτώσεις πρέπει να πεθαίνουμε για τους φίλους μας».
Αλλά, θα πει κάποιος, σε μια φιλοσοφία που οδηγεί τα πάντα στο ατομικό συμφέρον, πως ερμηνεύεται η φιλία;
Υπάρχουν τρεις επικούρειες θεωρίες σχετικά με την φύση της φιλίας, όπως αναφέρει ο Επικούρειος Τορκουάτος στο De finibus:
1ο Θεωρία του Επίκουρου.
Η φιλία είναι ιδιοτελής. Συνδεόμαστε με κάποιον άλλον, πρώτα για την άμεση ηδονή που προκύπτει από την φιλία, κατόπιν για την μελλοντική ωφέλεια που θα προκύψει. Αλλά δεν μπορούμε να διατηρήσουμε την φιλία, εάν δεν συμπεριφερόμαστε έναντι του φίλου μας όπως έναντι ενός άλλου εαυτού μας. Και έτσι η φιλία, αν και στο βάθος ιδιοτελής, είναι αναγκασμένη, για να επιβιώσει, να παίρνει όλα τα εξωτερικά γνωρίσματα της ανιδιοτέλειας.
2ο Θεωρία των ρωμαίων επικούρειων.
Οι δεσμοί φιλίας ξεκινούν από την ωφέλεια, και στην αρχή δεν αγαπάμε τους φίλους μας παρά μόνο για τον εαυτό μας: αλλά, με την πάροδο του χρόνου, η συνήθεια μας δένει με αυτούς όπως μας δένει με τους σκύλους, τα άλογα, και ακόμα με τα μέρη που συχνάζουμε, και έτσι κατορθώνει να τους κάνει αγαπητούς σε μας για αυτούς τους ίδιους.
3ο Θεωρία άλλων επικούρειων.
Σχηματίζεται μεταξύ των φίλων ένα είδος ανεκδήλωτης συμφωνίας, με την οποία αγαπιούνται ο ένας με τον άλλο όχι λιγότερο από ότι ο καθένας από αυτούς αγαπά τον εαυτό του.
Έτσι η φιλία δεν λείπει στον επικούρειο σοφό για να συμπληρώσει την ευτυχία του. Η επιδίωξη της ηδονής, που προσέγγισε τους ενάρετους, θα προσεγγίσει επίσης τους μεν με τους δε. Δεν ερμηνεύει την φιλία μόνο η ατομική ωφέλεια, αλλά χωρίς την ωφέλεια πως μπορούμε να την ερμηνεύσουμε; Είναι η κοινή ευχαρίστηση που μόνο αυτή δένει τους ανθρώπους μεταξύ τους.
Και ολοκληρώνω την έκθεση της επικούρειας φιλοσοφίας με τα λόγια του επικούρειου Μάνλιου Τορκουάτου που ολοκληρώνει την έκθεση της επικούρειας ηθικής από το De finibus του Κικέρωνα:
«Εάν οι αρχές που μόλις σας ανέπτυξα είναι πιο καθαρές και πιο φωτεινές ακόμα και από τον ήλιο, εάν αντλούνται από την πηγή της φύσης, εάν επιβεβαιώνονται από την αλάνθαστη μαρτυρία των αισθήσεων, εάν τα παιδιά, εάν ακόμα και τα ζώα, που η κρίση τους δεν έχει διαφθαρεί ούτε τροποποιηθεί, μας φωνάζουν, με τη φωνή της φύσης, ότι τίποτα δεν μπορεί να φέρει την ευτυχία εκτός από την ηδονή, και τίποτα δεν μπορεί να φέρει την δυστυχία εκτός από τον πόνο, ποιες πράξεις ευγνωμοσύνης δεν χρωστάμε άραγε σ’ αυτόν που, ευαίσθητος σ’ αυτή τη φωνή, άκουσε τόσο καθαρά και αντιλήφθηκε σε βάθος όλα αυτά που η φωνή θέλει να πει, που έβαλε όλους τους συνετούς ανθρώπους στο δρόμο της ευχάριστης και ήρεμης ζωής; Ακόμα και αν ο Επίκουρος σου φαίνεται ελάχιστα σοφός, είναι αυτός που θεωρούσε ότι δεν υπάρχει επιστήμη χρήσιμη εκτός από αυτή που διδάσκει να μπορούμε να ζούμε ευτυχισμένα».
26-6-2016
ΛΕΩΝΙΔΑΣ Α. ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΔΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Χαράλαμπος Θεοδωρίδης, Επίκουρος η αληθινή όψη του αρχαίου κόσμου, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 1954.
2. Χαράλαμπος Θεοδωρίδης, Εισαγωγή στη Φιλοσοφία, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 1955.
3. Τσέλλερ- Νέστλε, Ιστορία της Ελληνικής Φιλοσοφίας, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 1955.
4. Διογένης Λαέρτιος, Επίκουρος. Εισαγωγή– μετάφραση Αθανάσιος Τσακνάκης, Εκδόσεις Βιβλιοβάρδια , Θεσσαλονίκη 2007.
5. Κοέν Α., Η φιλοσοφία του Επίκουρου. Άτομα ηδονή Αρετή, Μετάφραση Στ. Δημόπουλος. Εκδόσεις Θύραθεν. Θεσσαλονίκη 2005.
6. Λουκρίτιος, ΓΙΑ ΤΗΝ ΦΥΣΗ ΤΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ, εκδόσεις ΘΥΡΑΘΕΝ, Θεσσαλονίκη 2005
7. Επίκουρος ΑΠΑΝΤΑ , Εκδόσεις Κάκτος , Αθήνα 1994
8. Επίκουρος, Επιστολή προς Μενοικέα.
9. Jean Marie Guyau, La morale utilitaire depuis Epicure jusqu’ à l’ école anglaise contemporaine (1874)
10. Jean Marie Guyau, La morale d’ Epicure et ses rapports avec les doctrines contemporaines. (1878)
11. Jean Marie Guyau, La morale anglaise contemporaine. Morale de l’ utilité et de l’ évolution. (1879)
12. Michel Onfray, La construction du Surhomme: Jean Marie Guyau, Friedrich Nietzche. (2011)
13. Pierre–François Moreau et Jean Salem, Spinoza au XIX siècle. Publications de la Sorbonne (2007).
14. Συντελή Ορσαλία, Οι επιδράσεις της επικούρειας φιλοσοφίας στο έργο των άγγλων ωφελιμιστών φιλοσόφων J.Bentham J.S. Mill, Μεταπτυχιακή εργασία.(2015).
15. L’ épicurisme, une première doctrine utilitaire, iFAC –Centre Atlantique de Philosophie, NANTES. (2012-2013)
16. Laurent Muller, De l’histoire de la philosophie à la philosophie de l’avenir L’évolution de la morale d’après Jean-Marie GUYAU, UNIVERSITÉ DE PARIS OUEST NANTERRE LA DÉFENSE, THÈSE DE PHILOSOPHIE, DOCTORAT DE L’UNIVERSITÉ DE PARIS OUEST NANTERRE. (2013)
17. Les sources épicuriennes de l’utilarisme moderne, iFAC –Centre Atlantique de Philosophie, NANTES. (2013-2014)
18. MILL John Stuart, Utilitarisme (1863).
19. Βασίλης Μπρακατσούλας, Η φιλοσοφική σκέψη από τον Θαλή έως τη σύγχρονη εποχή, Εκδόσεις Σακούλα (2012)
20. Pierre Kropotkine, L’ Ethique, Les éditions invisibles (1921)
21. Jeremy Bentham, Introduction to the principle of Morals and Legislation, London 1780.
22. Γιαπιτζάκης Χρ., Επικουρίων Δόξαι , Εκδόσεις Βερέττα, Ρόδος 2010.
23. Χάϊνριχ Σμιτ , Επικούρου Η φιλοσοφία της χαράς της ζωής, Μετάφραση Μ. Βερέττας, Εκδόσεις Βερέττα , Ρόδος 2010.
24. Πωλ Νιζάν , ΟΙ ΥΛΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ-ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ ΛΟΥΚΡΗΤΙΟΣ , Εκδόσεις Βερέττα , Ρόδος 2011.
25. ΓΙΑ ΤΑ ΥΠΕΡΤΑΤΑ ΑΓΑΘΑ ΚΑΙ ΤΑ ΥΠΕΡΤΑΤΑ ΚΑΚΑ, ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟΝ Μ. GUYAU ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ, ΠΑΡΙΣΙ 1875.
.........................